Μπροστά στη σκλαβιά και την καταπίεση οι πολλοί είναι αυτοί που πάντα δέχονται να σκύψουν το κεφάλι και να υπομείνουν στωικά τα όσα ορίζουν οι καταπιεστές. Οι λίγοι είναι αυτοί που αποφασίζουν να ορθώσουν το ανάστημα τους και να πάρουν στα χέρια τη σκυτάλη της αέναης μάχης για την υπεράσπιση της Ελευθερίας. Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν και ο σπουδαίος αγωνιστής Αλέκος Παναγούλης ο οποίος μια ημέρα σαν σήμερα το 1968 επιχείρησε να σκοτώσει τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο. Δυστυχώς, απέτυχε και τα βασανιστήρια που υπέστη στα χέρια των χουντικών ήταν φρικτά. Δε λύγισε, ωστόσο, και τελικά βγήκε νικητής από εκείνη τη μάχη.
Ο αλύγιστος Αλέκος Παναγούλης
Στις 2 Ιουλίου 1939 γεννιέται στη Γλυφάδα το δεύτερο παιδί του αξιωματικού του στρατού Βασίλη Παναγούλη και της Αθηνάς Κακαβούλη. Στην κατοχή η οικογένεια του έφυγε για τη Λευκάδα απ΄όπου καταγόταν η μητέρα του Αλέξανδρου Παναγούλη. Όταν επέστρεψαν ο Αλέξανδρος είχε γίνει, πλέον, Αλέκος με διάθεση να εμπλακεί στα κοινά. Ως φοιτητής στο τμήμα Ηλεκτρολόγων - Μηχανολόγων του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου αναδείχθηκε ηγετικό στέλεχος του φοιτητικού κινήματος. Ήταν μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΟΝΕΚ (της νεολαίας της Ενώσεως Κέντρου) και ιδρυτικό στέλεχος της μετεξέλιξης της σε ΕΔΗΝ.
Ένα μήνα μετά τη επιβολή της δικτατορίας λιποτάκτησε και πέρασε στην παρανομία. Τον ακολούθησε τον Αύγουστο και ο αδελφός του Γεώργιος Παναγούλης, υπολοχαγός των ΛΟΚ, ο οποίος κατέφυγε στο Ισραήλ, συνελήφθη και εκδόθηκε στην Ελλάδα, αλλά κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του στην Ελλάδα με πλοίο, χάθηκαν τα ίχνη του και από τότε θεωρείται αγνοούμενος αν και είναι δεδομένο πως εξοντώθηκε από όργανα της χούντας.
Ο Παναγούλης ήταν ο ουσιαστικός ηγέτης της οργάνωσης «Εθνική Αντίσταση». Επιπλέον, ήταν ο επικεφαλής του «Λαϊκού Αντιστασιακού Οργανισμού Σαμποτάζ (του ΛΑΟΣ), που ήταν η πιο δυναμική ομάδα της οργάνωσης.
Μετά την αποτυχημένη απόπειρα (για την οποία θα διαβάσετε πιο κάτω) κατά του Παπαδόπουλου που έγινε μια ημέρα σαν σήμερα ο Παναγούλης συνελήφθη και βασανίστηκε απάνθρωπα στα κολαστήρια της ΕΣΑ. Άντεξε και δεν πρόδωσε κανέναν από τους συνεργάτες του. Καταδικάστηκε σε θάνατο, ποινή που δεν εκτελέστηκε εξαιτίας της κινητοποίησης της διεθνούς κοινής γνώμης που «στρίμωξε» επικοινωνιακά το καθεστώς. Παρέμεινε, ωστόσο, για πέντε χρόνια έγκλειστος στις στρατιωτικές φυλακές Μπογιατίου, στον Άγιο Στέφανο. Απελευθερώθηκε τον Αύγουστο του 1973 στο πλαίσιο της γενικής αμνηστίας και αυτοεξορίστηκε στη Φλωρεντία που έμεινε μαζί με τη σύντροφό και βιογράφο του, Οριάνα Φαλάτσι.
Στις πρώτες εκλογές της μεταπολίτευσης εκλέχθηκε βουλευτής στη Β' Αθηνών με το κόμμα τής Ενώσεως Κέντρου - Νέων Δυνάμεων (ΕΚΝΔ), διάδοχο σχήμα της προδικτατορικής Ενώσεως Κέντρου.
Την πρωτομαγιά του 1976 βρήκε τραγικό θάνατο στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης σε ένα περίεργο τροχαίο το οποίο από πολλούς θεωρήθηκε οργανωμένη δολοφονία. Ο Τύπος της εποχής έγραψε ότι κάποιοι ήθελαν να τον βγάλουν από τη μέση, επειδή είχε στην κατοχή του απόρρητα έγγραφα της δικτατορίας που έδειχναν τις σχέσεις γνωστών πολιτικών προσώπων της μεταπολιτευτικής περιόδου με τη δικτατορία. Τίποτα, όμως, δεν αποδείχθηκε.
Η απόπειρα δολοφονίας μέσα από τα λόγια του ίδιου του Παναγούλη
Στις 20 Φεβρουαρίου του 1975, ο Παναγούλης μίλησε στο περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» και τον Άρη Σκιαδόπουλο. Εκεί περιέγραψε ο ίδιος τα όσα έγιναν και δικαιωματικά ο λόγος ανήκει σε εκείνον που έπαιξε τη ζωή του κορώνα γράμματα. Στο κείμενο που ακολουθεί έχει διατηρηθεί η ορθογραφία όπως και στην αυθεντική συνέντευξη.
«Είχα προγραμματίσει στην αρχή να κάμω την πυροδότηση από ένα σημείο που ήταν κοντά στη θάλασσα και που απείχε από το μέρος που θα περνούσε ο Παπαδόπουλος διακόσια περίπου μέτρα. (σσ: Ο Παπαδόπουλος έμενε στη θερινή του κατοικία στο Λαγονήσι για για να πάη στο γραφείο του διέσχιζε την λεωφόρο Αθηνών – Σουνίου). Από το σημείο εκείνο, είχα και ορατότητα αλλά και δυνατότητα να κρυφτώ. Στον δρόμο, ακριβώς στο 31ο χλμ. Αθνών – Σουνίου, υπήρχε μια πινακίδα.
Είχα διαπιστώσει ότι την ώρα που το αυτοκίνητο του Παπαδόπουλου έκρυβε από μένα την πινακίδα, ήταν ακριβώς πάνω στο σημείο που είχα τοποθετήσει τις νάρκες. Αυτό, ήταν ένα σημείο, που με διευκόλυνε, ώστε να μην γίνη σφάλμα.
Πήγα το πρωί της απόπειρας. Ένας σύντροφος ανέλαβε να βγάλη από το αυτοκίνητο το καλώδιο που θα πυροδοτούσα. Καθώς το έβγαζε όμως, το καλώδιο μπερδεύτηκε και, όπως είχε γίνει, δεν έφτανε στο σημείο απόκρυψης.
Έτσι όπως είχε γίνει, κόντηνε το καλώδιο κι αναγκάστηκα να κάμω την απόπειρα από ένα διαφορετικό σημείο. Το νέο σημείο ήταν κοντά στο μέρος που θα πυροδοτούσα. Περίπου δεκαπέντε μέτρα. Θα μπορούσα να είμαι πιο μακριά, αλλά δεν υπήρχε ενδιάμεσα άλλος χώρος που να μου προσφέρη απόκρυψη. Από το νέο όμως σημείο, είχα βέβαια μια σχετική απόκρυψη, όχι όμως καλή ορατότητα. Επί πλέον, δεν έβλεπα την πινακίδα. Μείωνα λοιπόν στο ελάχιστο τις πιθανότητες διαφυγής μου και υπήρχε περίπτωση να συλληφθώ πριν κάμω την απόπειρα.
Σκεφθήτε πόσο κοντά βρισκόμουν που άκουγα τις κουβέντες των ανδρών του “εκατό”. Από εκείνο το σημείο πυροδότησα στις 8:20. Όπως αποδείχτηκε, δεν πέτυχα το αμάξι του δικτάτορα για ένα δέκατο του δευτερολέπτου. (…) Άλλαξα θέση και δεν μπόρεσα να προσδιορίσω ακριβώς την στιγμή που περνούσε από πάνω το αυτοκίνητο. H ενέργεια, ο τρόπος και ο χρόνος ήταν γνωστά μόνο στον Λεκανίδη, ένα από τα στελέχη της οργάνωσής μας. Υπήρχαν βέβαια και άλλα άτομα που γνώριζαν ότι θα ξεκινούσε στις 13 Αυγούστου μια ενέργεια εναντίον του Παπαδόπουλου, χωρίς όμως να ξέρουν ποια θάταν αυτή η συγκεκριμένη ενέργεια. Σε διάφορα σημεία των Αθηνών θα έπεφταν χιλιάδες καρφιά λυγισμένα με κομμένη την κεφαλή τους και λιμαρισμένη. Αυτά τα καρφιά θα έπεφταν σε διάφορα σημεία της Αθήνα πριν γίνη η απόπειρα. Θα έσκαγαν τα λάστιχα των αυτοκινήτων και θα προκαλούσαμε συμφώρηση κυκλοφοριακή, σ’ όλο το κέντρο της Αθήνας.
Την ίδια στιγμή, με βόμβες εκρηκτικές τύπου Μολότωφ θα προκαλούσαμε εκρήξεις στον Λυκαβηττό, στου Φιλοπάππου, στο Πέδιο του Άρεως και στον Εθνικό Κήπο. Οι πυροσβέστες δεν θα μπορούσαν να πάνε πουθενά, λόγω του φρακαρίσματος και έτσι το κέντρο βάρους των αρχών της χούντας θα έπεφτε στα διάφορα σημεία της Αθήνας που θα καίγονταν. Έτσι θα διευκολύνετο η διαφύγη μου από τον τόπο της απόπτειρας. Οι ομάδες που είχαν αναλάβει να ρίξουν τα καρφιά, δεν τάρριξαν. Αν έχη π.χ. ο Παναγούλης ή ο Πετρόπουλος να κάμουν μια ενέργεια και είναι η πρώτη ενέργερια που κάνουν, είναι πολύ πιθανόν να υπάρξη ο δισταγμός την τελευταία στιγμή.
Σε απόσταση λιγώτερη από πενήντα μέτρα ήταν ένας ορμίσκος. Εκεί με περίμενε η περίφημη βενζινάκατος που έψαχναν να την βρουν με ελικόπτερα δίχως να την εντοπίσουν. Οπωσδήποτε πρόφταινα να φθάσω στην βενζινάκατο από το πρώτο σημείο. Από το άλλο δοκίμασα να πάω, αλλά η βενζινάκατος ξεκίνησε αμέσως. Σιγά- σιγά βέβαια, αλλά είχε απομακρυνθή όταν έφθασα εγώ.
Δεν μπορώ να κατηγορήσω τον άνθρωπο. Δεν μπορούσε να κάμη διαφορετικά. Φεύγοντας μάλιστα προχώρησε για μεγάλο χρονικό διάστημα κατά μήκος της παραλίας και στην συνέχεια ανοίχτηκε μέσα. Οι άλλοι, βλέποντας την βενζίνα να φεύγη νόμισαν ότι έφευγε και ο δράστης. Mε ανακάλυψαν κατά τύχη. Κάτω από ένα βραχάκι. Εκείνη την στιγμή ο μοίραρχος Κεκιλής πούταν εκεί, είπε στους χωροφύλακες: “Κοιτάξτε εκείνα τα σχίνα και πάμε από την άλλη μεριά”. Την στιγμή εκείνη, ενώ έφευγαν, ένας χωροφύλακας είδε το πόδι μου κάτω από τον βράχο»!
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.