«Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ. Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε» με τα λόγια αυτά, μια ημέρα σαν σήμερα, στις 18 Οκτωβρίου του 1979 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Όταν το βραβείο απονεμήθηκε στον Ελύτη, ο Γιάννης Ρίτσος (που ήταν συνυποψήφιος εκείνος τη χρονιά) έσπευσε να δηλώσει: «Η απονομή του βραβείου Νόμπελ στον μεγάλο μας Έλληνα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη δεν είναι μια τιμή προς τον Ελύτη, αλλά μια τιμή προς το ίδιο το Νόμπελ».
Ο «ποιητής του Αρχιπελάγους»
Ο Παναγιώτης Αλεπουδέλης από τη Λέσβο αποφάσισε να αναζητήσει την τύχη του στην Κρήτη. Έτσι το 1895 φεύγει από το νησί του για να πάει σε ένα άλλο νησί όπου ίδρυσε εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελουργίας. Στην Κρήτη, δυο χρόνια μετά, παντρεύτηκε τη Μαρία Βρανά. «Καρπός» του έρωτά τους ήταν ο Οδυσσέας Αλεπουδέλης ο οποίος γεννήθηκε στις 2 Νοέμβριου του 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Όταν ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, η οικογένεια Αλεπουδέλη φεύγει για την Αθήνα. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή φεύγουν για το εξωτερικό όπου για περίπου ένα χρόνο ταξιδεύουν σε Ιταλία, Ελβετία, Γερμανία και Γιουγκοσλαβία. Μαθητής ακόμα γνωρίζει την ποίηση του Καβάφη και του Καρυωτάκη. Κάθε καλοκαίρι ταξιδεύει στα νησιά του Αιγαίου. Η «ερωτική» σχέση του με το γαλάζιο του ουρανού και το μπλε της θάλασσας, θα φανεί χρόνια αργότερα, μέσα από την ποίηση του.
Το 1935 γνωρίζει τον Ανδρέα Αμπειρίκο ο οποίος θα επηρεάσει καθοριστικά την ποίησή του. Την επόμενη χρονιά θα συναντηθεί με το Νίκο Γκάτσο και μια δυνατή φιλιά θα δημιουργηθεί. Τρεις μήνες μετά το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου κυκλοφορεί την πρώτη του ποιητική συλλογή, (Προσανατολισμοί) σε μόλις 300 αντίτυπα. Την επόμενη χρονιά ο Σάμουελ Μπο-Μποβί μεταφράζει τα πρώτα ποιήματα του Ελύτη στα γαλλικά. Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος τον βρίσκει στο μέτωπο. Τον Δεκέμβριο μπαίνει με το λόχο του σε Αλβανικό έδαφος. Λίγους μήνες αργότερα θα γλιτώσει σαν από θαύμα από τον θάνατο, αφού έπαθε κοιλιακό τύφο. Μεταφέρθηκε στην Αθήνα και εκεί αναρρώνει, ενώ, πλέον, έχει ξεκινήσει η Γερμανική κατοχή. Συνεχίζει να εκδίδει το έργο του και στον εμφύλιο φεύγει για το Παρίσι όπου έρχεται σε επαφή με την αφρόκρεμα της Γαλλικής διανόησης.
Το 1959 είναι μια ημερομηνία σταθμός τόσο για τον Ελύτη όσο και για την Ελλάδα. Ο μεγάλος ποιητής χαρίζει στον κόσμο το Άξιον Εστί το οποίο είναι για πολλούς η κορυαία στιγμή της ελληνικής λογοτεχνίας. Ένα σπουδαίο έργο, ένα διαμάντι, το οποίο έγινε κτήμα του λαού όταν μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη. Ο Ελύτης, πλέον, ειναι ο Παγκόσμιος Ελύτης και τιμά αυτόν του τον τίτλο του. Αρνείται να μπει στο ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας. Αρνείται την αναγόρευσή του ως Ακαδημαϊκού. Το 1979 φτάνει η ώρα της απόλυτης καταξίωσης.
Άξιος εστί
Η αναγγελία της απονομής του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας από τη Σουηδική Ακαδημία έγινε στις 18 Οκτωβρίου «για την ποίησή του, η οποία, με φόντο την ελληνική παράδοση, περιγράφει με αισθητική δύναμη και διανοητική διαύγεια τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργικότητα», όπως αναφέρει το σκεπτικό της απόφασης, χαρακτηρίζοντας το «Άξιον Εστί» ως ένα από τα αριστουργήματα της ποίησης του 20ού αιώνα. Ο Ελύτης βραβεύτηκε στην καθιερωμένη τελετή απονομής στις 10 Δεκεμβρίου του 1979, παραλαμβάνοντας το Νόμπελ από τον βασιλιά Κάρολο Γουστάβο και γνώρισε παγκόσμια δημοσιότητα. Τον επόμενο χρόνο κατέθεσε το χρυσό μετάλλιο και τα διπλώματα του βραβείου στο Μουσείο Μπενάκη.
«Βέβαια υπάρχει το αίνιγμα. Βέβαια υπάρχει το μυστήριο. Αλλά το μυστήριο δεν είναι μια σκηνοθεσία που επωφελείται από τα παιχνίδια της σκιάς και του σκότους για να μας εντυπωσιάσει απλώς. Είναι αυτό που εξακολουθεί να παραμένει μυστήριο και μέσα στο απόλυτο φως. Είναι τότε που προσλαμβάνει την αίγλη εκείνη που ελκύει και που την ονομάζουμε ομορφιά. Την ομορφιά που είναι μια οδός - η μόνη ίσως οδός - προς το άγνωστο μέρος του εαυτού μας, προς αυτό που μας υπερβαίνει. Επειδή αυτό είναι στο βάθος η ποίηση: η τέχνη να οδηγείσαι και να φτάνεις προς αυτό που σε υπερβαίνει. Από τα μυριάδες μυστικά σήματα, που μ' αυτά είναι διάσπαρτος ο κόσμος και που αποτελούν άλλες τόσες συλλαβές μιας άγνωστης γλώσσας, να συνθέσεις λέξεις και από τις λέξεις φράσεις που η αποκρυπτογράφησή τους να σε φέρνει πιο κοντά στην βαθύτερη αλήθεια» είπε μεταξύ άλλων στον λόγο του κατά τη διάρκεια της απονομής του βραβείου Νόμπελ και πρόσθεσε:
«Πού λοιπόν βρίσκεται σε έσχατη ανάλυση η αλήθεια; Στην φθορά και στον θάνατο που διαπιστώνουμε κάθε μέρα γύρω μας ή στη ροπή που μας ωθεί να πιστεύουμε ότι αυτός ο κόσμος είναι ακατάλυτος και αιώνιος; Είναι φρόνιμο ν' αποφεύγουμε τις μεγαλεπήβολες εκφράσεις, το ξέρω. Οι κατά καιρούς κοσμολογικές θεωρίες τις χρησιμοποίησαν, ήρθαν σε σύγκρουση, ακμάσανε, πέρασαν. Η ουσία όμως έμεινε, μένει. Και η ποίηση, που εγείρεται στο σημείον όπου ο ορθολογισμός καταθέτει τα όπλα του για να τ' αναλάβει εκείνη και να προχωρήσει μέσα στην απαγορευμένη ζώνη, ελέγχεται να είναι ίσια - ίσια εκείνη που προσβάλλεται λιγότερο από τη φθορά. Διασώζει σε καθαρή μορφή τα μόνιμα, τα βιώσιμα στοιχεία που καταντούν δυσδιάκριτα μέσα στο σκότος της συνείδησης όπως τα φύκια μέσα στους βυθούς των θαλασσών»..
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.