Ο Τζο Μπάιντεν συμπλήρωσε τη Μεγάλη Πέμπτη (29/4) 100 ημέρες ως ο πρόεδρος των ΗΠΑ και στη συμβολική ομιλία του στο Κογκρέσο μία ημέρα πριν συνέβη κάτι μοναδικό στα περίπου 245 χρόνια της αμερικάνικης ιστορίας, αφού στο φόντο πίσω από τον πρόεδρο κάθονταν για πρώτη φορά δύο γυναίκες η αντιπρόεδρός του Κάμαλα Χάρις και η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι.
Στην ομιλία του σχεδόν τέσσερις μήνες μετά την εισβολή των οπαδών του Ντόναλντ Τραμπ στο Καπιτώλιο, την οποία χαρακτήρισε τη «χειρότερη επίθεση εναντίον της δημοκρατίας μας μετά τον Αμερικανικό Εμφύλιο», εμφανίστηκε ενωτικός.«Απόψε έρχομαι εδώ για να μιλήσω για την κρίση που είναι ευκαιρία, για την ανοικοδόμηση του έθνους μας, την αναζωογόνηση της δημοκρατίας μας και το στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε για το μέλλον της Αμερικής», είπε ο Μπάιντεν.
Όταν ορκιζόταν 46ος πρόεδρος των ΗΠΑ πριν από σχεδόν τρεις μήνες ο Μπάιντεν είχε να διαχειριστεί μία σειρά από δύσκολα ζητήματα τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της χώρας, με βασικότερο την πανδημία του νέου κορονοϊού. Ο Μπάιντεν στην ομιλία του για τις 100 μέρες διακυβέρνησής του παρουσίασε μία Αμερική, η οποία είναι ξανά όρθια, ωστόσο υπογράμμισε τον δρόμο που έχει διανύσει. «Έπειτα από 100 ημέρες μπορώ να πω στη χώρα: Η Αμερική προχωρά ξανά», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Το reader.gr, κάνει μία ανασκόπηση σε κάποιες από τις πιο σημαντικές αποφάσεις του Τζο Μπάιντεν κατά τη διάρκεια αυτών των πρώτων 100 ημερών του στον Λευκό Οίκο, κάποιες από τις οποίες ανέφερε και στην ιστορική ομιλία του στο Κογκρέσο.
Τα «χαστούκια» σε Τουρκία και Ερντογάν
Η πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ χαρακτηριζόταν από μία μετριοπάθεια ως προς την Τουρκία, κάτι που είχε επιτρέψει στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, να υιοθετήσει μία επιθετική και αναθεωρητική πολιτική. Ταυτόχρονα η προσωπική σχέση που είχε δημιουργήσει ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ με τον Τούρκο πρόεδρο, προστάτευε την Άγκυρα από το αρνητικό κλίμα που υπήρχε για τις πολιτικές της στην Ουάσιγκτον.
Όλα αυτά έχουν αλλάξει από τις πρώτες ημέρες του Τζο Μπάιντεν στην εξουσία. Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ ακόμα και πριν την εκλογή του είχε αφήσει να φανεί ότι η Τουρκία θα έχει διαφορετική αντιμετώπιση μόλις αναλάβει τα καθήκοντα του, κυρίως λόγω της σχέσης της με τη Ρωσία. Η αλλαγή είχε διαφανεί ήδη από τον περασμένο Δεκέμβριο, πριν δηλαδή ο Τζο Μπάιντεν αναλάβει επίσημα τα καθήκοντα του, με τις ΗΠΑ να επιβάλουν κυρώσεις εις βάρος της Τουρκικής Αμυντικής Βιομηχανίας (SSB) για την απόκτηση του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400.
Παράλληλα μία αυστηρά διατυπωμένη ανακοίνωση που εξέδωσε τον περασμένο Φεβρουάριο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ με αποδέκτη την Τουρκία, τόνιζε την ετοιμότητα της νέας αμερικανικής κυβέρνησης να εγκαλέσει τις συμπεριφορές της Άγκυρας που δεν συνάδουν με το Διεθνές Δίκαιο και τις νατοϊκές της δεσμεύσεις, υπενθυμίζοντας ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει υποσχεθεί να υιοθετήσει τη συγκεκριμένη γραμμή στο πλαίσιο της δέσμευσης των ΗΠΑ προς τους συμμάχους τους.
Τη συγκεκριμένη προσέγγιση επανέλαβε τη Μεγάλη Τετάρτη και υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μπάιντεν, Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος προειδοποίησε την Τουρκία και όλους τους συμμάχους των ΗΠΑ να μην προβούν σε μελλοντικές αγορές ρωσικών οπλικών συστημάτων, τονίζοντας ότι αυτό μπορεί να επιφέρει επιπλέον κυρώσεις. «Οποιεσδήποτε σημαντικές συναλλαγές με οντότητες ρωσικών αμυντικών συστημάτων, θα μπορούσαν και πάλι να υπόκεινται στο νόμο, τη CAATSA, και αυτό είναι ξεχωριστό και εκτός από τις κυρώσεις που έχουν ήδη επιβληθεί», ανέφερε ο επικεφαλής της αμερικάνικης διπλωματίας.
Και ναι μεν οι S-400 αποτελούσαν και αποτελούν το βασικό «αγκάθι» στις σχέσεις των δύο χωρών, ωστόσο η «στροφή» ως προς την πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν φάνηκε ιδιαίτερα την περασμένη εβδομάδα, με την απόφαση των ΗΠΑ ν’ αφαιρέσουν την Τουρκία από το πρόγραμμα των F-35, αλλά και την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από τον Τζο Μπάιντεν.
Σε δήλωσή που πραγματοποίησε το περασμένο Σάββατο, ο Αμερικανός πρόεδρος χρησιμοποίησε δύο φορές τη λέξη «γενοκτονία». «Κάθε χρόνο αυτήν την ημέρα, θυμόμαστε τη ζωή όλων εκείνων που πέθαναν στη Γενοκτονία των Αρμενίων της Οθωμανικής περιόδου και δεσμευόμαστε να αποτρέψουμε μια τέτοια θηριωδία να ξανασυμβεί», δήλωσε ο Μπάιντεν, προσθέτοντας ότι η μνήμη βοηθά να παραμένουμε σε εγρήγορση, όσον αφορά στην επίδραση του μίσους σε όλες τις μορφές του.
Παράλληλα ένα ενδεικτικό χαρακτηριστικό που δείχνει ότι οι σχέσεις των δύο χωρών έχουν ψυχρανθεί είναι ότι ο Τούρκος πρέσβης στην Ουάσιγκτον, Χασάν Μουράτ Μερτζάν, που έχει διοριστεί από τις 24 Φεβρουαρίου, περιμένει ακόμα για να καταθέσει τα διαπιστευτήρια του στον Τζο Μπάιντεν και φαίνεται ότι θα καθυστερήσει ακόμα περισσότερο, καθώς ο Άντονι Μπλίνκεν έχει ξεκαθαρίσει ότι μέχρι οι S-400 να φύγουν από την Τουρκία, δεν θα προχωρήσει τίποτα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Ανοικτά μέτωπα με Ρωσία και Κίνα
Παράλληλα στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής μία από τις πιο βαρυσήμαντες αποφάσεις που πήρε ο Τζο Μπάιντεν ήταν η οριστική και πλήρης αποχώρηση των λίγων χιλιάδων Αμερικάνων στρατιωτών που έχουν παραμείνει στο Αφγανιστάν, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη. Η συγκεκριμένη κίνηση είχε ξεκινήσει από την κυβέρνηση Τραμπ και ο 78χρονος πρόεδρος προέβη σ’ αυτήν την ανακοίνωση στις 14 Απριλίου.
Ταυτόχρονα όπως φάνηκε και από τα πρόσφατα γεγονότα στην Κριμαία αλλά και από τις δηλώσεις του Μπάιντεν στο Κογκρέσο οι σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία βρίσκονται σε οριακό σημείο. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την Κίνα, αφού πέραν όλων των άλλων διαφορών που υπάρχουν, ο Μπάιντεν θεωρεί ότι οι συγκεκριμένες κυβερνήσεις δεν σέβονται και συχνά καταπατούν τ’ ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο Μπάιντεν στην ομιλία του ισχυρίστηκε ότι οι ΗΠΑ δεν επιδιώκουν την «κλιμάκωση» με τη Ρωσία, ωστόσο επέμεινε στο ότι η Μόσχα θα καλείται να δίνει λόγο για τις πράξεις της. «Είπα καθαρά στον πρόεδρο (της Ρωσίας Βλαντίμιρ) Πούτιν πως αν και δεν επιδιώκουμε την κλιμάκωση, οι ενέργειές τους (σ.σ. των Ρώσων) θα έχουν συνέπειες». «Όμως θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε όταν αυτό εξυπηρετεί κοινά συμφέροντα», συμπλήρωσε ο κ. Μπάιντεν. Νωρίτερα στη διάρκεια της ομιλίας του, ο Αμερικανός πρόεδρος διαβεβαίωσε πως η κυβέρνησή του δεν θέλει «τη σύγκρουση με την Κίνα», όμως είναι «έτοιμη να υπερασπιστεί τα (αμερικανικά) συμφέροντα σε όλα τα πεδία».
Είπε πως ο ηγέτης της Κίνας δεν κρύβει πως θέλει να κάνει τη χώρα του «τη σημαντικότερη» στον κόσμο. «Εκείνος και άλλοι, αυταρχικοί ηγέτες, νομίζουν ότι οι δημοκρατίες αδυνατούν να ανταγωνιστούν αυταρχικά καθεστώτα τον 21ο αιώνα», διότι «παίρνει πάρα πολύ καιρό να εξασφαλιστεί συναίνεση».
«Στις συζητήσεις που έκανα με τον πρόεδρο (της Κίνας) Σι (Τζινπίνγκ), του είπα ότι αντιμετωπίζουμε ευνοϊκά τον ανταγωνισμό» αλλά «θα δώσουμε μάχη εναντίον άδικων εμπορικών πρακτικών», «θα διατηρήσουμε ισχυρή στρατιωτική παρουσία στην περιφέρεια Ινδικού-Ειρηνικού» και «δεν θα αποκηρύξουμε την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», συμπλήρωσε ο Τζο Μπάιντεν. Τέλος ο Μπάιντεν έχει δείξει διάθεση να συνομιλήσει ξανά με το Ιράν για μία νέα συμφωνία για τα πυρηνικά, όπως αυτή που είχε διαπραγματευτεί όσο ήταν αντιπρόεδρος και από την οποία απέσυρε τις ΗΠΑ ο Τραμπ.
Η δέσμευση για 200 εκατομμύρια εμβολιασμούς στις πρώτες 100 ημέρες
Μία από τις βασικές προεκλογικές δεσμεύσεις του Τζο Μπάιντεν είχε να κάνει με την αλλαγή «πλεύσης» στο ζήτημα της διαχείρισης της πανδημίας του κορονοϊού. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ και πριν την έναρξη της θητείας του έδωσε μεγάλη σημασία στους εμβολιασμούς, αφού τον Δεκέμβριο είχε δηλώσει ότι ο στόχος των πρώτων 100 ημερών της κυβέρνησής του ήταν να έχουν γίνει 100 εκατομμύρια εμβολιασμοί.
Ωστόσο καθώς οι φαρμακευτικές εταιρίες κατέκλυζαν το σύστημα με περισσότερες δόσεις εμβολίων των εταιριών Pfizer/BioNTech και Moderna και καθώς δόθηκε έγκριση για επείγουσα χρήση από τον αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) για το εμβόλιο της Johnson & Johnson σε συνδυασμό με το άνοιγμα νέων εμβολιαστικών κέντρων μέσω φαρμακείων και κινητών ομάδων εμβολιασμού, βοήθησε τον Τζο Μπάιντεν να φτάσει το συγκεκριμένο στόχο μόλις 59 ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του. Έτσι σε συνέντευξη τύπου που είχε πραγματοποιήσει μία εβδομάδα νωρίτερα, διπλασίασε τον συγκεκριμένο στόχο σε 200 εκατομμύρια εμβολιασμούς στις πρώτες 100 μέρες.
Την περασμένη Τετάρτη, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι είχε επιτευχθεί και ο συγκεκριμένος στόχος, δηλαδή οκτώ μέρες νωρίτερα του αναμενομένου, ενώ ήδη έχει εμβολιαστεί το 52% του ενήλικου πληθυσμού της χώρας. Στην ομιλία του στο Κογκρέσο ο Αμερικανός πρόεδρος εκτίμησε ότι το σχέδιο εμβολιασμού κατά της covid-19 που εφαρμόζεται στις ΗΠΑ είναι «μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες από τη σκοπιά του εφοδιασμού» στην ιστορία της χώρας, αφού πλέον περισσότερα από 96 εκατομμύρια άνθρωποι, σχεδόν το 30% του πληθυσμού της χώρας, θεωρούνται πλήρως εμβολιασμένοι.
Επίσης ο 78χρονος πρόεδρος ενθάρρυνε από νωρίς τη χρήση της μάσκας και την έκανε υποχρεωτική όπου του έδινε το δικαίωμα ο νόμος, όπως σε κυβερνητικά κτήρια, στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και στις πτήσεις εσωτερικού. Παράλληλα συνεργάστηκε με τους κυβερνήτες ώστε να κάνουν υποχρεωτική τη χρήση μάσκας. Επιπλέον και ο ίδιος προσπαθεί να δώσει το καλό παράδειγμα καθώς εμφανίζεται παντού φορώντας μάσκα, εν αντιθέσει με τον προκάτοχό του, Ντόναλντ Τραμπ.
Τα αποτελέσματα φαίνεται να τον δικαιώνουν αφού όταν ανέλαβε την ηγεσία της χώρας, οι ΗΠΑ απαριθμούσαν 3.000 νεκρούς από τον κορονοϊό τη μέρα και πλέον αυτός ο αριθμός έχει πέσει σε 707 τη μέρα και εμφανίζει συνεχώς πτωτική πορεία. Παράλληλα ο Μπάιντεν διατήρησε στη θέση του επικεφαλής επιδημιολόγου τον δρ. Άντονι Φάουτσι, ο οποίος υπογράμμισε ότι οι ΗΠΑ θα παραμείνουν μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ). Ο ΠΟΥ είχε δεχθεί έντονη κριτική από την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ήθελε ν' αποσύρει τη χώρα από τον οργανισμό.
Υπερασπιστής της μεσαίας τάξης και «ξεχασμένοι Αμερικανοί»
Τον Ιανουάριο ο Τζο Μπάιντεν υποσχέθηκε ένα σχέδιο δύο φάσεων για την ανάκαμψη της οικονομίας. Το πρώτο ήταν το πακέτο δημοσιονομικής τόνωσης των 1,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης του κορονοϊού, που υπογράφηκε στις αρχές Μαρτίου, το οποίο χαρακτήρισε το «Σχέδιο για τις δουλειές των Αμερικανών». Το δεύτερο σχέδιο, το «Σχέδιο για τις οικογένειες των Αμερικανών», παρουσιάστηκε την Τετάρτη και περιλαμβάνει δημοσιονομικά μέτρα 1,8 τρισεκατομμυρίων δολαρίων και αποσκοπεί κυρίως στις οικογένειες και στα παιδιά της μεσαίας τάξης.
Το σχέδιο προβλέπει 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε επενδύσεις, κυρίως στην εκπαίδευση, και 800 δισεκατομμύρια δολάρια σε μειώσεις φόρων. Για να το χρηματοδοτήσει ο Μπάιντεν προτείνει να καταργηθούν οι μειώσεις φόρων για τους πιο πλούσιους, που ψηφίστηκαν επί προεδρίας Τραμπ, και ν' αυξηθεί η φορολογία των κεφαλαιουχικών κερδών του 0,3% των πιο πλούσιων Αμερικανών. «Έχει έρθει η ώρα οι αμερικανικές εταιρείες και το 1% των πιο πλούσιων Αμερικανών να αρχίσουν να πληρώνουν το δίκαιο μερίδιό τους», τόνισε.
Εξάλλου υπογράμμισε ότι κανένας Αμερικανός με ετήσιο εισόδημα κάτω των 40.000 δολαρίων δεν θα δει τους φόρους του να αυξάνονται. Ο Μπάιντεν με αυτό το σχέδιο εμφανίστηκε ως υπερασπιστής της μεσαίας τάξης και υπερασπίστηκε το τεράστιο σχέδιο επενδύσεών του που έχει στόχο τη δημιουργία «εκατομμυρίων θέσεων εργασίας» για τους Αμερικανούς που νιώθουν περιθωριοποιημένοι. «Γνωρίζω ότι μερικοί από εσάς αναρωτιέστε αν αυτές οι θέσεις εργασίας είναι για εσάς. Αισθάνεστε περιθωριοποιημένοι και ξεχασμένοι σε μια οικονομία που αλλάζει γρήγορα», σχολίασε ο Δημοκρατικός πρόεδρος. «Σχεδόν το 90% των θέσεων εργασίας στις υποδομές (σ.σ. τα έργα που προβλέπεται να γίνουν βάσει του σχεδίου του που παρουσίασε τον προηγούμενο μήνα) δεν απαιτούν πανεπιστημιακά πτυχία», εξήγησε.
Το νομοσχέδιο για το πακέτο δημοσιονομικής τόνωσης των 1,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, το οποίο είχε εγκριθεί από το Κογκρέσο, χαρακτηρίστηκε από τον Μπάιντεν «ιστορική νίκη για τον αμερικανικό λαό», επεκτείνει το ομοσπονδιακό επίδομα 300 δολαρίων (πέραν των πολιτειακών επιδομάτων ανεργίας) και τα προγράμματα που παρέχουν ασφάλιση σε εκατομμύρια ανέργους έως τις 6 Σεπτεμβρίου, ενώ καθιστά τα 10.200 δολάρια σε εισόδημα από επιδόματα ανεργίας αφορολόγητα.
Περιλαμβάνει επίσης άμεσες πληρωμές 1.400 δολαρίων στους περισσότερους Αμερικανούς πολίτες υπό μορφή μη επιστρεπτέας επιχορήγησης, αποκλείοντας όσους κερδίζουν άνω των 80.000 δολαρίων κατ' έτος. Περί τα 20 δισ. δολάρια θα χρησιμοποιηθούν για επιτάχυνση της παρασκευής και διάθεσης εμβολίων, ενώ άλλα 50 δισ. θα κατευθυνθούν στη διεύρυνση των τεστ και της ιχνηλάτησης επαφών των κρουσμάτων κορονοϊού.
Περί τα 350 δισ. δολάρια θα κατευθυνθούν σε αρωγή προς τις κυβερνήσεις των πολιτειών, των δήμων, των κομητειών και των κοινοτήτων ιθαγενών των ΗΠΑ. «Θα δημιουργήσει ιστορικές επενδύσεις στις υποδομές και στη βιομηχανία, στην καινοτομία, στην έρευνα και την ανάπτυξη, καθώς και στην καθαρή ενέργεια», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο Μπάιντεν.
Μεταρρύθμιση της αστυνομίας και Τζορτζ Φλόιντ
Στις 20 Απριλίου το σώμα των ενόρκων του δικαστηρίου της Μινεσότα, έκρινε ένοχο τον πρώην αστυνομικό, Ντέρεκ Σόβιν για ανθρωποκτονία, ακούσια ανθρωποκτονία και βιαιοπραγία που προκάλεσε τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ. Ο Τζο Μπάιντεν που είχε επικοινωνήσει με την οικογένεια του Τζορτζ Φλόιντ, πριν την ανακοίνωση της ετυμηγορίας των ενόρκων, επικρότησε την απόφαση του δικαστηρίου και σε διάγγελμά του στον αμερικανικό λαό χαρακτήρισε το φόνο του Τζορτζ Φλόιντ, «μία δολοφονία που έγινε υπό το φως της μέρας και αφαίρεσε τις παρωπίδες από όλο τον κόσμο για να δει τον συστημικό ρατσισμό, ο οποίος διατηρείται στην ψυχή του έθνους».
«"Δεν μπορώ ν’ αναπνεύσω" ήταν τα τελευταία λόγια του Τζορτζ Φλόιντ. Δεν μπορούμε ν’ αφήσουμε αυτά τα λόγια να πεθάνουν μαζί του. Πρέπει να συνεχίσουμε ν’ ακούμε αυτές τις λέξεις. Δεν πρέπει ν’ απομακρυνθούμε, δεν μπορούμε ν’ απομακρυνθούμε», ανέφερε μεταξύ άλλων ο Δημοκρατικός πρόεδρος, τονίζοντας ότι η απόφαση «μπορεί ν’ αποτελέσει ένα γιγάντιο βήμα στην πορεία για δικαιοσύνη στις ΗΠΑ».
Παράλληλα ο Μπάιντεν όπως και μετά την καταδίκη του Σόβιν έτσι και κατά την ομιλία της Τετάρτης αναφέρθηκε στο σχέδιο μεταρρύθμισης της αστυνομίας που φέρει το όνομα του Τζορτζ Φλόιντ. Το συγκεκριμένο σχέδιο περιλαμβάνει ποινές για αστυνομικούς που ασκούν τα καθήκοντα τους κάνοντας φυλετικές ή θρησκευτικές διακρίσεις, υποχρεωτική χρήση της κάμερας σώματος και ποινές εάν χρησιμοποιείται η πίεση του αυχένα του κρατουμένου με το γόνατο όπως στην περίπτωση του Φλόιντ.
Ο Δημοκρατικός πρόεδρος παρότρυνε τη Γερουσία να δείξει «θάρρος» και να εγκρίνει οριστικά το κείμενο, που έχει ήδη υιοθετηθεί στη Βουλή των Αντιπροσώπων. «Όλοι είδαμε το γόνατο της αδικίας στο λαιμό των Αφροαμερικανών, τώρα είναι η ευκαιρία να σημειώσουμε πραγματική πρόοδο», είπε αρχικά ο Μπάιντεν και συνέχισε. «Ξέρω πως οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν τις δικές τους ιδέες», συνέχισε, όμως «πρέπει να εργαστούμε μαζί και να βρούμε συναίνεση, να τελειώσουμε τον επόμενο μήνα, πριν από την πρώτη επέτειο του θανάτου του Τζορτζ Φλόιντ» την 25η Μαΐου 2020 στη Μινεάπολη.
Η κλιματική αλλαγή στο επίκεντρο
Από τις πρώτες ώρες του στο Οβάλ Γραφείο ο Τζο Μπάιντεν έθεσε ως προτεραιότητα έναν τομέα στον οποίο θεωρούσε ότι η χώρα αντιμετώπιζε μία πρωτοφανή κρίση εξαιτίας των πολιτικών του προκατόχου του και αυτός ήταν φυσικά πολιτική των ΗΠΑ ως προς το περιβάλλον και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Μία από τις πρώτες κινήσεις του 78χρονου προέδρου στον Λευκό Οίκο ήταν να υπογράψει το εκτελεστικό διάταγμα, το οποίο προβλέπει την έναρξη της διαδικασίας για την επανένταξη της χώρας στη συμφωνία του Παρισιού για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής, από την οποία οι ΗΠΑ είχαν αποχωρήσει και τυπικά τον Νοέμβριο του 2020, σε μια από τις πιο εμβληματικές ενέργειες του Ντόναλντ Τραμπ. Όπως και με τον ΠΟΥ, έτσι και στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Μπάιντεν έδειξε την αλλαγή στάσης των ΗΠΑ και τη διάθεση συνεργασίας και διαβούλευσης με τους διεθνείς οργανισμούς.
Ο Μπάιντεν έχει υπογράψει εκτελεστικά διατάγματα στα οποία υπογραμμίζεται η σημασία της επιστήμης στη χάραξη της ομοσπονδιακής πολιτικής. Παράλληλα έχει δώσει εντολή στις κυβερνητικές υπηρεσίες να κάνουν την περιβαλλοντολογική πολιτική προτεραιότητα στη λήψη αποφάσεων, τόσο όσον αφορά την εσωτερική όσο και στην εξωτερική πολιτική. Επιπλέον έχει δημιουργήσει ανώτερες θέσεις και ίδρυσε ένα ειδικό γραφείο στον Λευκό Οίκο στην ευρύτερη πολιτική για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Ακόμα ανακάλεσε την άδεια για την κατασκευή του αμφιλεγόμενου πετρελαιαγωγού Keystone XL και σταμάτησε τις γεωτρήσεις στο Εθνικό Καταφύγιο Άγριας Ζωής της Αρκτικής στην Αλάσκα. Παράλληλα με δική του πρωτοβουλία στις 22 Απριλίου συγκλήθηκε η παγκόσμια διάσκεψη των ηγετών για το κλίμα.
Τέλος μέσα στον Απρίλιο πρότεινε ένα «σαρωτικό» σχέδιο υποδομών, το οποίο περιλάμβανε σημαντικές επενδύσεις για ένα δίκτυο πράσινης ανάπτυξης, ηλεκτρικά οχήματα και υποδομές ανθεκτικές στην κλιματική αλλαγή, ενώ την περασμένη εβδομάδα δεσμεύτηκε να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2030 κατά 50% σε σχέση με τα επίπεδα του 2005.
Φυλετική ισότητα
Ο Τζο Μπάιντεν είχε υποσχεθεί στην προεκλογική του εκστρατεία ότι θα είναι από τις υψηλές προτεραιότητες του στις πρώτες 100 μέρες ένας νόμος για την ισότητα. Ο συγκεκριμένος νόμος θα είχε ως στόχο να τροποποιήσει των νόμο των Πολιτικών Δικαιωμάτων του 1964 και ν’ απαγορεύεται η διάκριση με βάση το φύλο ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό.
«Είναι καιρός το Κογκρέσο να εξασφαλίσει μια για πάντα ότι κανείς δεν θα πρέπει ν’ αντιμετωπίσει κάποια διάκριση ή να ζει με τον φόβο για το ποιος είναι ή ποιον αγαπά και να περάσει τον νόμο για την ισότητα», είχε δηλώσει τον Φεβρουάριο ο Μπάιντεν. Στις 25 Φεβρουαρίου ο νόμος πέρασε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων ωστόσο πλέον βρίσκεται στη Γερουσία, όπου συναντά αντιδράσεις από τους Ρεπουμπλικάνους, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι παραβιάζει τις θρησκευτικές ελευθερίες.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ από την πρώτη εβδομάδα ανάληψης των καθηκόντων του είχε φτιάξει νόμο για την ενίσχυση των δικαιωμάτων και την προστασία της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, ωστόσο κάποια μέρη αυτού του νόμου βρίσκονται στα δικαστήρια εξαιτίας προσφυγής ενός χριστιανικού κολεγίου. Παράλληλα ο Μπαίντεν κατά την έκτη μέρα του στο γραφείο υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα με το οποίο επανέφερε τη δυνατότητα των διεμφυλικών Αμερικανών να υπηρετήσουν στον στρατό, μία κίνηση που επικρότησαν ΛΟΑΤΚΙ κοινότητες. «Αυτό το οποίο κάνω είναι να επιτρέπω σε όλους τους Αμερικανούς να υπηρετήσουν την πατρίδα τους φορώντας στολή», είχε πει ο Μπάιντεν.
Μεταναστευτικό
Ο Τζο Μπάιντεν και πριν από την εκλογή του είχε υποσχεθεί αλλαγές ως προς τη μεταναστατευτική πολιτική. Μία από τις πρώτες του ενέργειες ήταν να υπογράψει διάταγμα για να σταματήσει η κατασκευή του τοίχους στα νότια σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό, καθώς και να δοθούν αλλού τα κονδύλια που είχαν εγκριθεί για την κατασκευή του και δεν είχαν ξοδευθεί.
Επίσης από τις πρώτες ώρες της προεδρίας του, υπέγραψε διάταγμα για την άμεση άρση των ταξιδιωτικών απαγορεύσεων που είχαν επιβληθεί σε 13 χώρες, με κατά πλειονότητα μουσουλμανικό πληθυσμό, κυρίως της Αφρικής, στις οποίες ο Ντόναλντ Τραμπ είχε επιβάλει περιορισμούς. Επιπλέον μερικές εβδομάδες αργότερα έστειλε στο Κογκρέσο ένα μεταρρυθμιστικό σχέδιο σχετικά με τη μετανάστευση. Το συγκεκριμένο σχέδιο προτείνει ένα μεταβατικό στάδιο για να αποκτήσουν την αμερικανική υπηκοότητα 11 εκατομμύρια μετανάστες που δεν είχαν τα κατάλληλα χαρτιά.
Ακόμα την πρώτη ημέρα της προεδρίας του υπέγραψε υπόμνημα με το οποίο δίνει οδηγία στο υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας και στο υπουργείο Δικαιοσύνης να προχωρήσουν σε ενέργειες για να παραταθεί το πρόγραμμα DACA (Deferred Action for Childhood Arrivals), το οποίο προστατεύει από την απέλαση παράτυπους μετανάστες που μπήκαν στις ΗΠΑ όταν ήταν παιδιά.
Τέλος προσπάθησε ν’ αλλάξει τις πολιτικές απέλασης που ίσχυαν επί Τραμπ και να τις επαναφέρει στο καθεστώς που ίσχυε επί Μπαράκ Ομπάμα, ενώ θέλησε να «παγώσει» για 100 μέρες τις απελάσεις μεταναστών που δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις διαμονής, όμως ένα δικαστήριο απέρριψε τη συγκεκριμένη πρόταση. Επιπλέον δημιούργησε μία task force, η οποία είχε ως στόχο να επανενώσει τις οικογένειες μεταναστών, τις οποίες είχε χωρίσει ο Ντόναλντ Τραμπ, χωρίς όμως μέχρι στιγμής να τα καταφέρει.
Πάντως έχει διατηρήσει το διάταγμα τις εποχής του κορονοϊού, γνωστό ως «Title 42», σύμφωνα με το οποίο, όποιος μετανάστης συλλαμβάνεται ως παράτυπος απευλάνεται αμέσως και επιστρέφει στη χώρα του.
Με πληροφορίες από BBC, ABC News, NBC News και ΑΠΕ - ΜΠΕ
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.