Οι παλαιότεροι θα θυμούνται πως σε κάθε συζήτηση για την τραγωδία στην Κύπρο με την εισβολή του Αττίλα, πάντα, η κουβέντα έφτανε σε ένα σημαντικό γεγονός. Την απόσυρση της Ελληνική Μεραρχίας από την Κύπρο. Αίτια για να φτάσει το δικτατορικό καθεστώς της Αθήνας σε αυτή την προδοτική απόφαση ήταν ένα επεισόδιο που έγινε στο χωριό Κοφίνου, νοτιοδυτικό της Λάρνακας και το οποίο προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Τουρκίας - η οποία απείλησε με πόλεμο – και την παρέμβαση των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η πρώτη… άτυπη διχοτόμηση της Κύπρου
Με την ίδρυση του ανεξάρτητου κυπριακού κράτους το 1960 είχαν οριστεί ως εγγυήτριες δυνάμεις η Ελλάδα, η Τουρκία και η Βρετανία. Σε ό,τι αφορά το στρατιωτικό σκέλος, αποφασίστηκε πως η Κυπριακή Δημοκρατία θα είχε στρατό δύο χιλιάδων ανδρών, από τους οποίους το 60% θα ήταν Ελληνοκύπριοι και το 40% Τουρκοκύπριοι. Αρχικά στο νησί αναπτύχθηκαν η ΕΛΔΥΚ και η ΤΟΥΡΔΥΚ, με δύναμη 950 και 650 άντρων αντίστοιχα.
Ουσιαστικά ποτέ η κατάσταση ανάμεσα σε ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή πλευρά δεν ήταν η ιδανική. Πάντα υπήρχαν εντάσεις, πάντα υπήρχαν διάφορα μικρά επεισόδια. Στις 21 Δεκεμβρίου 1963 ένα φαινομενικά «αθώο» περιστατικό εκτινάσσει στα ύψη την ένταση ανάμεσα στις δυο πλευρές. Η ελληνική πλευρά που έχει πληροφορίες πως οι τουρκοκύπριοι της Λευκωσίας κάνουν εμπόριο όπλων με συμπατριώτες τους εκτός αυτής, ξεκινά ελέγχους σε υπόπτους. Ένας από αυτούς τους ελέγχους δεν έχει καλή κατάληξη καθώς οι τουρκοκύπριοι αρνούνται, δυο από αυτούς πέφτουν νεκροί, και έτσι ξεκινούν ένοπλα επεισόδια τα οποία μέσα σε λίγες ημέρες λαμβάνουν μεγάλες διαστάσεις.
Η ΤΟΥΡΔΥΚ βγαίνει από το στρατόπεδο της με σκοπό να υπερασπιστεί τους τουρκοκύπριους αλλά καταλαμβάνει στρατηγικά σημεία, όχι τυχαία όπως θα αποδειχθεί χρόνια αργότερα με τον «Αττίλα 1». Τα επεισόδια κρατούν μέχρι τις 28 Δεκεμβρίου οπότε λήγουν με την παρέμβαση των εγγυητριών δυνάμεων. Τότε είναι που δημιουργείται αυτό που ξέρουμε σήμερα ως «πράσινη ζώνη» (κάτι που πρακτικά σημαίνει πως μιλάμε για την πρώτη... άτυπη διχοτόμηση) στη Λευκωσία και μονιμοποιείται η παρουσία του ΟΗΕ στο νησί. Στην Αθήνα η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου θεωρεί πως όλο αυτό ήταν πρόβα εισβολής από την Τουρκία και αποφασίζει να στείλει στην Κύπρο μια μεραρχία 8.500 ανδρών, μια κίνηση που είχε την έγκριση των ΗΠΑ και της Βρετανίας που δεν έβλεπαν με καλό μάτι τις στενές σχέσεις που είχε αρχίσει να αναπτύσσει ο Μακάριος με την ΕΣΣΔ.
Οι ισορροπίες στο νησί είναι, πλέον, εξαιρετικά εύθραυστες και τα επεισόδια σχεδόν καθημερινά. Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, ο οποίος φοβούμενος εμπλοκή της ΕΣΣΔ στο κυπριακό ζήτημα, ορίζει των υφυπουργό Άμυνας, Σάιρους Βανς, ειδικό απεσταλμένο και του δίνει λευκή επιταγή για τον χειρισμό του θέματος. Παράλληλα, επιβολή του δικτατορικού καθεστώτος στην Ελλάδα κάνει ακόμα πιο περίπλοκα τα πράγματα.
Η χουντικής έμπνευσης «επιχείρηση Κοφίνου»
Η κατάσταση, ωστόσο, ξεφεύγει από κάθε έλεγχο όταν μια ημέρα σαν σήμερα, στις 15 Νοεμβρίου 1967, Ο στρατηγός Γρίβας απαντά με άμεσο, σκληρό και δυσανάλογο τρόπο στην προσπάθεια μιας μικρής παραστρατιωτικής ομάδας τουρκοκυπρίων που επιχείρησαν να ελέγξουν την κεντρική οδική αρτηρία νοτιοδυτικά της Λάρνακας. Ο Γρίβας κινητοποίησε πολύ ισχυρές δυνάμεις, με άρματα μάχης, τεθωρακισμένα και πυροβολικό. Πρώτα επιτέθηκε στο μικτό χωριό Άγιος Θεόδωρος (685 Τουρκοκύπριοι κάτοικοι και 525 Ελληνοκύπριοι) και κατέλαβε σχεδόν χωρίς μάχη την τουρκοκυπριακή συνοικία. Στη συνέχεια στράφηκε κατά τις γειτονικής Κοφίνου. Στις αψιμαχίες που ακολούθησαν σκοτώθηκαν 24 Τουρκοκύπριοι και 9 τραυματίστηκαν, ενώ οι απώλειες της ελληνοκυπριακής πλευράς ήταν ένας νεκρός και δύο τραυματίες.
Η αντίδραση της Τουρκίας ήταν άμεση και απείλησε με εισβολή στην Κύπρο και με πόλεμο την Ελλάδα. Η Άγκυρα απαιτεί να αποσυρθούν οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις από την Κύπρο και ο Γρίβας παίρνει το αεροπλάνο (χωρίς επιστροφή) για την Αθήνα την ίδια ώρα που ο Σάιρους Βανς το αντίστοιχο για την Άγκυρα όπου προσπαθεί να αποσοβήσει έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο που μοιάζει πιο πιθανός από ποτέ.
Η κρίση διευθετήθηκε με μια οδυνηρή υποχώρηση του δικτατορικού καθεστώτος της Ελλάδας. Με την προδοτική συμφωνία του δικτάτορα Παπαδόπουλου και του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Ιχσάν Τσαγκλαγιαγκίλ αποσύρθηκε η ελληνική μεραρχία από το νησί. Την τελευταία στιγμή και μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις με τον Βανς ο Μακάριος κατάφερε να αποσοβήσει και τη διάλυση της Εθνικής Φρουράς. Στο άκουσμα της είδησης για την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας ο Γεώργιος Παπανδρέου με προφανή σαρκαστική διάθεση τόνισε: «Η Φαυλοκρατία έστειλε τον Στρατόν του Εθνους εις την Κύπρον και η Στρατοκρατία τον φέρνει πίσω».
Τον Δεκέμβριο του 1986 σε συζήτηση για τον περιβόητο «Φάκελο της Κύπρου» στη Βουλή, ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου είχε πει: «Η επιχείρηση εκείνη (της Κοφίνου), διετάχθη από το Αρχηγείο των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, από το ελληνικό επιτελείο και καθοδηγείτο κυριολεκτικά κάθε μέρα από την Αθήνα. Ο Μακάριος και η κυβέρνηση της Κύπρου, τελούσαν σε πλήρη άγνοια. Αποτέλεσε μια πράγματι μεγάλη πρόκληση προς την Τουρκία. Έγιναν και σφαγές και λεηλασίες. Ο Μακάριος διαμαρτυρήθηκε γιατί η κυβέρνησή του είχε παραμερισθεί. Αλλά όταν η Εθνοφρουρά εξεκένωσε τα χωριά Κοφίνου και Άγιοι Θεόδωροι, έντεχνα η χουντική προπαγάνδα έριξε την ευθύνη στον Μακάριο».
Από την πλευρά του ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε τονίσει στη δική του τοποθέτηση: «Κι επακολούθησε το δράμα των επεισοδίων Κοφίνου, τα οποία ορθά περιέγραψε ο πρωθυπουργός. Εγώ θα προσθέσω ότι ίσως ήταν η αντίδραση της δικτατορίας και του Σπαντιδάκη, που ήθελαν να κινήσουν την υπόθεση δυναμικά μετά την ήττα την οποία είχαν υποστεί (στις συνομιλίες του Έβρου, τον Σεπτέμβριο του 1967) και τον εξευτελισμό από τους Τούρκους και έτσι δημιούργησαν τα επεισόδια Κοφίνου, τα οποία έδωσαν την ευκαιρία στους Τούρκους να εκβιάσουν. Και εξεβίασαν επιτυχώς. Είναι μια πτυχή που πρέπει να ερευνηθεί γιατί από κει για μένα αρχίζει η τραγωδία της Κύπρου».
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.