Σύμμαχος της Ελλάδας όσον αφορά το θέμα με τα Γλυπτά του Παρθενώνα αποδεικνύεται η βρετανική εφημερίδα Guardian, με φόντο τις τεταμένες σχέσεις μεταξύ Αθήνας και Λονδίνου μετά την ακύρωση της συνάντησης του πρωθυπουργού της Βρετανίας με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
«Η διαμάχη για τα μάρμαρα του Παρθενώνα είναι πέρα για πέρα ανόητη. Ο Ρίσι Σούνακ φωνάζει "δικά μου, δικά μου" σαν παιδί στην παιδική χαρά. Αρνείται ένα φλιτζάνι τσάι με τον Έλληνα πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη», σημειώνει χαρακτηριστικά ο αρθρογράφος του βρετανικού εντύπου Simon Jenkins και συνεχίζει:
«Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης γελάει. Το έθνος χασμουριέται - οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι πάνω από τους μισούς χαίρονται να δουν τα μάρμαρα να επιστρέφουν και λίγο πάνω από το 20% θέλουν να παραμείνουν».
Γλυπτά του Παρθενώνα: «Κάθε πολιτισμένος Βρετανός γνωρίζει ότι πρέπει να εκτεθούν εκεί που ανήκουν»
«Κάθε πολιτισμένος Βρετανός γνωρίζει ότι πρέπει να εκτεθούν εκεί που ανήκουν - στην πρώην πατρίδα τους, την Αθήνα. Αλλά τι πλάκα έχει να σκέφτεται κανείς έξυπνους λόγους για τους οποίους αυτό δεν πρέπει να συμβεί ποτέ», αναφέρεται ακόμα στο άρθρο γνώμης του Guardian.
«Η αναζήτηση του Σούνακ για ένα καθημερινό πρωτοσέλιδο γίνεται μέρα με τη μέρα όλο και πιο ξέφρενη. Υπήρχε κάτι συνθετικό στο περιστατικό της Δευτέρας. Η αναφορά του Μητσοτάκη ότι τα χωρισμένα μάρμαρα είναι σαν τη Μόνα Λίζα κομμένη στη μέση ίσως να είναι υπερβολική», τονίζεται επίσης.
«Αλλά όπως γνωρίζει κάθε επισκέπτης στην Ελλάδα, αυτό που για τη Βρετανία είναι μια βαρετή σχολαστική διαμάχη, για τους Έλληνες είναι μια καυτή αίσθηση παραπόνων που δεν λέει να φύγει. Πρόκειται για μια ασύμμετρη διαμάχη», αναφέρεται.
Στη συνέχεια ο Simon Jenkins σημειώνει: «Φυσικά η Βρετανία έχει νόμιμο τίτλο ιδιοκτησίας των αγαλμάτων, αλλά οι νόμοι μπορούν να αλλάξουν. Φυσικά ο Λόρδος Έλγιν πιθανόν να τα έσωσε από την καταστροφή, αν και αργότερα υπέστησαν ζημιές κατά τον καθαρισμό. Φυσικά ο επαναπατρισμός τους μπορεί να αποτελέσει προηγούμενο, αν θέλετε να το κάνετε, αλλά όχι αν δεν θέλετε».
Ακόμα, ο αρθρογράφος της βρετανικής εφημερίδας επισημαίνει: «Είναι αλήθεια ότι περισσότεροι άνθρωποι βλέπουν τα μάρμαρα στο Λονδίνο απ' ό,τι στην Αθήνα, αλλά δεν τα βλέπουν ολοκληρωμένα. Και λοιπόν; Δεν θα μεταφέρουμε τις πυραμίδες στο Λονδίνο για να έχουμε μεγαλύτερο θέαμα».
«Τα αγάλματα προέρχονται από την πηγή του ευρωπαϊκού πολιτισμού»
«Το θέμα των μαρμάρων αφορά απλά την ακεραιότητα μιας από τις μεγαλύτερες καλλιτεχνικές συνθέσεις της Ευρώπης. Τα αγάλματα αυτά προέρχονται από την πηγή του ευρωπαϊκού πολιτισμού στην πιο διαμορφωτική του στιγμή, τον 5ο αιώνα π.Χ», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά ο αρθρογράφος και συμπληρώνει:
«Αυτή η πηγή βρισκόταν στην Ακρόπολη της Αθήνας, ατενίζοντας το ηλιόλουστο Αιγαίο με μάρμαρο από το παρακείμενο βουνό, και όχι φυλακισμένη σε μια κρύα, γκρίζα αίθουσα στο Μπλούμσπερι».
«Είναι αλήθεια ότι η αναπαραγωγή μπορεί σήμερα να επιτρέψει στο γυμνό μάτι και στον ανθρώπινο εγκέφαλο να εκτιμήσουν την ομορφιά του πρωτοτύπου σε ένα αντίγραφο. Αν τα μάρμαρα ήταν χυτά από χαλκό, όπως τα άλογα του Αγίου Μάρκου στη Βενετία ή ο Δαβίδ στη Φλωρεντία, θα μπορούσαν να αντιγραφούν ξανά και ξανά», αναφέρει ο ίδιος.
«Οι "χυτές αυλές" που έφεραν την ευρωπαϊκή τέχνη σε δεκάδες αμερικανικά μουσεία τον 20ό αιώνα καταστράφηκαν μόνο από τον σνομπισμό των μουσείων, που αντικατέστησε το θαύμα με την επιθυμία για αυθεντικότητα», επισημαίνει στο άρθρο.
«Ο Παρθενώνας είναι ο προγονικός τους ναός και τα μάρμαρα τα κοσμήματα του στέμματός τους»
Παράλληλα, συμπληρώνεται: «Η επιστήμη θα μπορούσε να αντιγράψει ικανοποιητικά τα μάρμαρα του Παρθενώνα τόσο στην Αθήνα όσο και στο Λονδίνο. Αλλά για τους Έλληνες -πολύ περισσότερο από κάθε Βρετανό- πρόκειται όντως για αυθεντικότητα».
«Ο Παρθενώνας είναι ο προγονικός τους ναός και τα μάρμαρα τα κοσμήματα του στέμματός τους. Τα θέλουν πολύ πίσω. Και σίγουρα μια καλλιεργημένη χώρα όπως η Βρετανία θα έπρεπε να έχει την αξιοπρέπεια να τους υποχρεώσει», τονίζεται χαρακτηριστικά.
«Έχει τη δύναμη να αποκαταστήσει την ακεραιότητα αυτής της εκπληκτικής σύνθεσης στη χώρα της δημιουργίας της. Αντ' αυτού, αυτοεξευτελίζεται με το να παρεξηγείται για ένα φλιτζάνι τσάι», επισημαίνει επιπλέον ο Simon Jenkins και συμπληρώνει:
«Η ανάμειξη της αυτοκρατορίας σε αυτά τα επιχειρήματα σπάνια βοηθάει. Αλλά μια μετα-ιμπεριαλιστική αλαζονεία έχει παρεισφρήσει στη συζήτηση για τα μάρμαρα. Η κυβέρνηση της Βρετανίας λέει στον υπόλοιπο κόσμο: μπορεί να πήρατε πίσω την ανεξαρτησία σας, αλλά δεν παίρνετε τα πράγματά σας».
Ακόμα αναφέρει: «Εσείς οι Έλληνες, φαίνεται να λέει, ήσασταν πολύ αδύναμοι για να σταματήσετε τους Οθωμανούς να δώσουν τα μάρμαρά σας, οπότε αυτό είναι σκληρό για εσάς. Η Βρετανία μπορεί να μην έχει την αυτοκρατορία της, αλλά έχει τον απόηχο μιας αυτοκρατορίας στο απαραβίαστο και το "παγκόσμιο πλαίσιο" του Βρετανικού Μουσείου της».
«Πείτε λοιπόν στους Έλληνες ότι πρέπει να είναι περήφανοι που βλέπουν τα κειμήλιά τους να βρίσκονται δίπλα στα καλύτερα της Αφρικής και της Ασίας. Θα πρέπει να ευχαριστήσουν τους Βρετανούς φορολογούμενους που μπορούν να τα δουν δωρεάν», σημειώνει ο αρθρογράφος του Guardian.
«Οι τοίχοι των μουσείων καταρρέουν πλέον ιδεολογικά αν όχι φυσικά»
«Οι μεγάλες συλλογές της αρχαιότητας περιορίζονται λίγο πολύ σε μερικά μεγάλα μουσεία στην Ευρώπη και την Αμερική, προϊόντα της εθνικής μεγέθυνσης του 19ου αιώνα. Τα ιδρύματα αυτά είναι φανατικά αντιδραστικά. Θέλουν να στερήσουν από τις νεοσύστατες χώρες το περιθώριο να αποκτήσουν παρόμοιες συλλογές, αρνούμενοι να διαθέσουν ή να αποδεσμεύσουν τα τεράστια αποθέματά τους», υπογραμμίζει.
Συνεχίζει δε αναφέροντας: «Πολλοί έχουν αποθηκεύσει το τεράστιο ποσό των έργων τους, σαν να ήταν ιδιωτική περιουσία των θεματοφυλάκων τους. Στη δεκαετία του 1970, το Βρετανικό Μουσείο δήλωσε μάλιστα ότι αποτελεί πρωτίστως ερευνητική πηγή για τους μελετητές».
«Κανένα από αυτά τα εκατομμύρια αντικείμενα δεν δημιουργήθηκε για να κλειδωθεί στο διηνεκές σε ένα υπόγειο του Λονδίνου. Τα περισσότερα κατασκευάστηκαν σε μακρινές χώρες, οι πολίτες των οποίων θα μπορούσαν να είναι περήφανοι να τα εκθέσουν δημοσίως», επισημαίνει ο αρθρογράφος.
«Δεν υπάρχει τίποτα ιερό σε ένα μουσείο. Είναι ένα αφύσικο μέρος για να αφήσει κανείς χιλιάδες αντικείμενα παγωμένα στο χρόνο και στον τόπο, ευάλωτα στην κλοπή και τη φθορά», θα γράψει επίσης.
Καταληκτικά ο Simon Jenkins σημειώνει: «Οι τοίχοι των μουσείων καταρρέουν πλέον ιδεολογικά αν όχι φυσικά. Η Γαλλία έχει ένα σημαντικό πρόγραμμα επαναπατρισμού αυτοκρατορικών αντικειμένων, είτε λεηλατημένων είτε όχι.
Το ίδιο και η Γερμανία. Παρά τις ανησυχίες για την ασφάλεια, τα αφρικανικά χάλκινα επιστρέφουν στην Αφρική, τα κεραμικά στη νοτιοανατολική Ασία, οι φυλετικοί θησαυροί στην Πολυνησία. Αυτό δεν σημαίνει τον θάνατο του Λούβρου.
Ο διευθυντής του V&A, Tristram Hunt, πρότεινε αυτή την εβδομάδα μια μεταρρύθμιση του νόμου του 1983 για την εθνική κληρονομιά, ο οποίος σήμερα περιορίζει ορισμένα μουσεία από την "απόκτηση". Θέλει να ωριμάσουν και να αναλάβουν τις δικές τους δραστηριότητες.
Η αλήθεια είναι ότι τα περισσότερα μουσεία έχουν πάρα πολλά πράγματα, πάρα πολλά. Θα πρέπει να τα διανείμουν στον υπόλοιπο κόσμο. Η επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα θα μπορούσε πράγματι να αποτελέσει προηγούμενο, και μάλιστα εξαιρετικό».
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.