Υπάρχουν κάποια γεγονότα, στον αθλητικό τομέα και όχι μόνο, που μπορούν να διαλύσουν έναν οργανισμό ή μπορούν να τον σφυρηλατήσουν. Ενα τέτοιο γεγονός σημειώθηκε σαν σήμερα, 65 χρόνια πριν, στις 6 Φεβρουαρίου 1958, όταν μία αεροπορική τραγωδία παρ' ολίγον να ξεκληρίσει μία ποδοσφαιρική ομάδα, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για έναν σύλλογο του βεληνεκούς της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Η «χρυσή γενιά» των «Μπέμπηδων» που έδειχνε ικανή να σαρώσει τα πάντα στον διάβα της στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο διαλύθηκε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα όταν η μοιραία πτήση τσάρτερ της British Airways δεν κατάφερε να απογειωθεί από το αεροδρόμιο του Μονάχου και κατέπεσε σε ένα χωράφι, με 23 από τους 43 επιβαίνοντες να χάνουν τραγικά τη ζωή τους.
Το χρονικό της τραγωδίας
Ηταν η επομένη της μεγάλης πρόκρισης της Γιουνάιτεντ επί του Ερυθρού Αστέρα στο Βελιγράδι με το τελικό 3-3 να στέλνει τους «μπέμπηδες» στην επόμενη φάση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, με την αποστολή των Αγγλων να κατευθύνεται το πρωί της 6ης Φεβρουαρίου στο αεροδρόμιο του Βελιγραδίου, αποκαμωμένοι από το γλέντι της προηγούμενης νύχτας. Μάλιστα η αποστολή της ομάδας καθυστέρησε στο αεροδρόμιο αρκετή ώρα, αφού ο ποδοσφαιριστής Τζον Μπέρι είχε χάσει το διαβατήριό του. Και χωρίς διαβατήριο δεν μπορούσες να φύγεις από εκεί. Αν και πανικοβλήθηκαν λίγο, οι άνθρωποι της Γιουνάιτεντ ειδοποίησαν την πρεσβεία για το πρόβλημα και γύρισαν στο ξενοδοχείο, όπου και έκαναν φύλλο και φτερό το δωμάτιο του Μπέρι για να βρουν το διαβατήριο, το οποίο τελικά βρέθηκε στη... βαλίτσα του!
Αυτό το περιστατικό, (γρουσούζικο για κάποιους, όπως είπαν στη συνέχεια) συνέτεινε στην ταλαιπωρία της ομάδας, η οποία για να αποφύγει μεγαλύτερη κούραση είχε μισθώσει πτήση τσάρτερ με ένα αεροσκάφος των βρετανικών αερογραμμών της BEA (που αργότερα θα μετονομαστεί σε British Airways), ένα δικινητήριο τύπου Elizabeth.
Η πτήση της Γιουνάιτεντ από το Βελιγράδι προς το Μάντσεστερ δεν θα γινόταν απευθείας, αλλά με ενδιάμεσο σταθμό το Μόναχο, όπου θα γινόταν ο ανεφοδιασμός σε καύσιμα. Όταν το αεροπλάνο άφησε το Βελιγράδι, ο καιρός ήταν καλός με ήλιο και χωρίς σύννεφα. Μόλις όμως μπήκε στον εναέριο χώρο της Γερμανίας, οι καιρικές συνθήκες άλλαξαν δραματικά. Ο ουρανός σκοτείνιασε, άρχισαν κάποιες αναταράξεις, ενώ την ώρα που οι δύο πιλότοι άρχισαν τη διαδικασία της καθόδου, ο διάδρομος του αεροδρομίου του Μονάχου είχε ήδη σκεπαστεί από χιόνι. Παράλληλα, η πυκνή ομίχλη, που περιόριζε την ορατότητα, ανάγκασε τους πιλότους να επιλέξουν τη διαδικασία προσέγγισης μέσω των οργάνων. Μόλις το αεροπλάνο προσγειώθηκε, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, ανακοινώθηκε στους επιβάτες ότι θα έπρεπε να αποβιβαστούν γιατί θα χρειάζονταν περίπου 40 λεπτά για να ανεφοδιαστεί το αεροσκάφος.
Το πολικό ψύχος και οι πρώτες ανησυχίες
Ο δημοσιογράφος Φρανκ Τέιλορ, της εφημερίδας του Μάντσεστερ Chronicle, θυμόταν ότι «..μόλις άνοιξε η πόρτα του αεροπλάνου για να κατέβουμε, μέσα στην καμπίνα όρμησε ένας αέρας, τόσο παγωμένος, λες και προερχόταν από τις στέπες της Σιβηρίας. Πρώτος κατέβηκε προσεκτικά ο Ντάνκαν Εντουαρντς, που σήκωσε το γιακά του για να προστατευτεί από τον παγωμένο αέρα, ενώ φώναξε στους άλλους να προσέχουν που πατάνε εξαιτίας του πάγου που είχε πιάσει στο έδαφος…». Μόλις όλοι οι επιβάτες έφτασαν στη ζεστασιά του τέρμιναλ, άρχισαν να τριγυρνάνε στα καταστήματα για να αγοράσουν κάποιο αναμνηστικό ή αναζήτησαν να πιούν κάτι ζεστό στο μπαρ.
Στις 14:15 όλοι ειδοποιήθηκαν να επιστρέψουν στο αεροπλάνο, αφού ο ανεφοδιασμός είχε ολοκληρωθεί και όλα ήταν έτοιμα για τη συνέχεια του ταξιδιού. Καθώς επέστρεφαν στο αεροπλάνο, ο Ρότζερ Μπέρν, ένας από τους παίκτες της Γιουνάιτεντ, παρατήρησε ότι μέσα στα 40 λεπτά που διήρκεσε ο ανεφοδιασμός, οι τροχοί του αεροπλάνου είχαν καλυφθεί από το χιόνι. Παρόλα αυτά, κανείς δεν ανησυχούσε και οι περισσότεροι ανυπομονούσαν να επιστρέψουν στο αεροπλάνο για να φάνε, να κοιμηθούν ή να παίξουν χαρτιά. Ο Μπιλ Φουλκς, ένας από τους μεγαλύτερους πλάγιους μπακ που ανέδειξε το αγγλικό ποδόσφαιρο, έλεγε με σιγουριά «θα προσγειωθούμε στο Μάντσεστερ στις 7 το απόγευμα».
Στις 14:19 ο πύργος ελέγχου έδωσε άδεια στον κυβερνήτη Τζέιμς Θέιν και τον συγκυβερνήτη Κεν Ρέιμεντ να απογειωθούν. Οι επιβάτες άκουσαν το θόρυβο που έκαναν οι μηχανές και το αεροπλάνο άρχισε να κινείται στο διάδρομο. «Θυμάμαι ότι κοιτούσα από το παράθυρο για να δω τη στιγμή που οι τροχοί θα ξεκολλούσαν από το έδαφος και θα απογειωνόμασταν. Μόλις η ισχύς των μηχανών μεγάλωσε και αρχίσαμε να αναπτύσσουμε ταχύτητα, ξαφνικά φρενάραμε και το αεροπλάνο σταμάτησε στη μέση του διαδρόμου, χωρίς κανείς να ξέρει το γιατί..» θα γράψει αργότερα ο Μπόμπι Τσάρλτον. Οι πιλότοι σταμάτησαν το αεροσκάφος εξαιτίας ενός περίεργου θορύβου που άκουσαν στη μία από τις δύο μηχανές, που όπως ισχυρίστηκε αργότερα ο κυβερνήτης Τζέιμς Θέιν, οφειλόταν στην υπερτροφοδοσία με καύσιμα, γεγονός που συχνά συνέβαινε σε αεροσκάφη αυτού του τύπου, ιδιαίτερα σε αεροδρόμια που βρίσκονταν σε μεγάλο ύψος σε σχέση με το ύψος της θάλασσας, όπως το αεροδρόμιο του Μονάχου. Τα δικινητήρια Elizabeth είχαν τόσο ισχυρές μηχανές, που μπορούσαν να απογειωθούν και με τη μία μόνο μηχανή.
Οι πιλότοι ετοιμάστηκαν για μία δεύτερη προσπάθεια απογείωσης στις 14:34, αλλά και πάλι το αεροπλάνο που ξεκίνησε σταμάτησε στη μέση του διαδρόμου, αφού η μία μηχανή παρουσίαζε τον ίδιο παράξενο θόρυβο. Στο εσωτερικό του αεροπλάνου, άρχισε να δημιουργείται μία ανησυχία και ο πανύψηλος πρώην τερματοφύλακας της εθνικής Αγγλίας, Φρανκ Σουιφτ, που συνόδευε την αποστολή ως δημοσιογράφος της εφημερίδας News of the World, σηκώθηκε από τη θέση του και φώναξε «τι στο διάβολο συμβαίνει και δεν μπορούμε να σηκωθούμε;» Ένας συνοδός από το πλήρωμα της καμπίνας είπε στους επιβάτες ότι υπάρχει ένα μικρό αλλά όχι ανησυχητικό πρόβλημα, που θα χρειαζόταν λίγη ώρα για να διορθωθεί και κάλεσε τους επιβάτες να αποβιβαστούν και πάλι. Καθώς κατευθύνονταν πάλι προς το τέρμιναλ του αεροδρομίου, ο δημοσιογράφος Φρανκ Τέιλορ, που είχε υπηρετήσει στη βρετανική πολεμική αεροπορία (και ο οποίος αργότερα θα γράψει το βιβλίο The day a Team Died), είπε στον Τσάρλτον που ήταν ανήσυχος «..όποιο και να είναι το πρόβλημα, δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος. Ο πιλότος μπορεί να διακόψει ανά πάσα στιγμή τη διαδικασία απογείωσης, πριν το αεροπλάνο αναπτύξει πλήρη ισχύ, χωρίς κίνδυνο για τους επιβάτες».
Η αντίστροφη μέτρηση
Πριν ακόμη οι επιβάτες προλάβουν να πιουν τον καφέ που παρήγγειλαν, ειδοποιήθηκαν να επιστρέψουν στο αεροπλάνο. Ο Μπιλ Φουλκς θα πει αργότερα στους δημοσιογράφους «..αυτή η ειδοποίηση δεν μου άρεσε…ήρθε πολύ γρήγορα…μέσα σε 10 λεπτά πρόλαβαν να διορθώσουν τη βλάβη…;». Το ίδιο ανήσυχος ήταν και ο Φρανκ Τέιλορ, που ήξερε ότι υπήρχαν κίνδυνοι από τον πάγο που θα μπορούσε να «κάτσει» στα φτερά. Και είχαν δίκιο, αφού ο κυβερνήτης Θέιν αργότερα θα παραδεχτεί ότι «..με τον Κεν, τον συγκυβερνήτη, δεν βγήκαμε καθόλου από το κοκπιτ, απλά κουβεντιάσαμε για τη χιονόπτωση που είχε αραιώσει, κοιτάξαμε τα φτερά από την καμπίνα, που έμοιαζαν εντάξει και αποφασίσαμε να πετάξουμε χωρίς να βάλουμε να καθαρίσουν τα φτερά».
Οι επιβάτες ήταν ανήσυχοι. Ο Μπόμπι Τσάρλτον με τον συμπαίκτη του Ντένις Βάιολετ, ήρθαν στο μπροστινό μέρος του αεροπλάνου, αλλάζοντας θέσεις με τους Τόμι Τέιλορ και Ντέιβ Πεγκ, οι οποίοι οδηγούμενοι από μία έμπνευση που θα αποδεικνυόταν τραγική στη συνέχεια, μετακινήθηκαν στο πίσω μέρος του αεροπλάνου, επειδή πίστεψαν ότι θα ήταν περισσότερο ασφαλείς. Όταν όλοι τακτοποιήθηκαν στις θέσεις τους, πάλι υπήρξε μία καθυστέρηση καθώς από το μέτρημα διαπιστώθηκε ότι έλειπε ένας επιβάτης, ο δημοσιογράφος Αλφ Κλάρκ της Manchester Evening Chronicle, που καθυστέρησε στο τέρμιναλ, γιατί τηλεφώνησε στην εφημερίδα του να ενημερώσει για τα προβλήματα της πτήσης.
Στις 14:56 ο κυβερνήτης Θέιν πήρε άδεια από τον πύργο ελέγχου για να ξεκινήσει τις διαδικασίες απογείωσης.
Στις 15:02 ο πύργος ελέγχου ενημερώνει τον Θέιν και τον συγκυβερνήτη Ρέιμεντ ότι είχαν στη διάθεσή τους 2 λεπτά για να απογειωθούν.
«Θα σκοτωθούμε...»
Από εκεί και μετά, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τα 23 από τα 43 άτομα που επέβαιναν στο αεροπλάνο. Το αεροπλάνο άρχισε να χάνει ταχύτητα και να πλησιάζει τον φράκτη στο τέλος του διαδρόμου. «Θεέ μου, δεν θα τα καταφέρουμε», ήταν τα τελευταία λόγια του συγκυβερνήτη Ρέιμεντ, ενώ ο αρχηγός της Γιουνάιτεντ, ο Ρότζερ Μπερν, τραύλισε «..θα σκοτωθούμε..!». Σαν ψίθυρος από μακριά ήρθαν τα λόγια του Μπίλι Γουίλαν, ενός αφοσιωμένου καθολικού «..ό,τι και αν γίνει, είμαι έτοιμος..». Αμέσως μετά, το αεροπλάνο πέφτει πάνω στον φράκτη, βγαίνει στο δρόμο έξω από το αεροδρόμιο και το δεξί του φτερό διαλύεται πάνω σε ένα σπίτι, που αμέσως πιάνει φωτιά. Σαν από θαύμα, μία γυναίκα που βρισκόταν μέσα στο σπίτι, η Αννα Γουίνκλερ με τα τρία της παιδιά, κατορθώνουν να βγουν από το φλεγόμενο οίκημα χωρίς να πάθουν το παραμικρό.
Το αεροπλάνο, έχοντας χάσει το ένα φτερό και ένα μέρος της ουράς, αρχίζει να στριφογυρίζει πάνω στο χιονισμένο έδαφος, ενώ στη συνέχεια χτυπά με δύναμη σε ένα δέντρο και αμέσως μετά, πέφτει με ορμή με το πίσω μέρος σε ένα ξύλινο υπόστεγο, όπου μέσα βρισκόταν ένα βυτίο με καύσιμα. Ακολουθεί μία φοβερή έκρηξη και... αυτό ήταν!
Το ρολόι έξω από το Ολντ Τραφορντ έδειχνε λίγο μετά τις τρεις το μεσημέρι και ο μουντός αγγλικός ουρανός έγινε ακόμα πιο σκοτεινός στην είδηση που μεταδιδόταν συνέχεια και συνέχεια από όλα τα μέσα ενημέρωσης στο «νησί»: « Τραγωδία στο Μόναχο. Το αεροπλάνο που μετέφερε την ομάδα της Μάντσεστερ Γιουναιτεντ συντριβεί λίγο μετά την απογείωση του παρασύροντας στο θάνατο 21 άτομα. Ανάμεσα τους και οκτώ βασικά στελέχη της ομάδας των «κόκκινων διαβόλων. Το αεροσκάφος εκτελούσε τη πτήση, Βελιγράδι-Μόναχο-Μαντσεστερ».
Τα συνεργεία διάσωσης ανέσυραν νεκρούς 7 ποδοσφαιριστές (Τζεφ Μπεντ, Ρότζερ Μπερν, Έντι Κόλμαν, Μαρκ Τζόουνς, Ντέιβιντ Πεγκ, Τόμι Τέιλορ και Λίαμ Γουίλαν), 7 δημοσιογράφους, 4 στελέχη της ομάδας, 2 μέλη του πληρώματος και δύο φιλάθλους. Ο σπουδαίος ποδοσφαιριστής Ντάνκαν Έντουαρντς πέθανε λίγες μέρες αργότερα από τα βαριά του τραύματα σε νοσοκομείο του Μονάχου. Η είδηση «πάγωσε» τον φίλαθλο κόσμο, όχι μόνο στο Νησί. Η νεανική και ταλαντούχα ομάδα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, εξ ου και το προσωνύμιο «Μπέμπηδες», βρέθηκε ξαφνικά χωρίς 8 επίλεκτα στελέχη της στο πιο ανταγωνιστικό πρωτάθλημα του κόσμου.
Οι γερμανικές Αρχές κατηγόρησαν τον πιλότο Τζέιμς Θέιν ως υπαίτιο του δυστυχήματος, επειδή δεν ολοκλήρωσε τη διαδικασία αποπαγοποίησης των φτερών του αεροπλάνου. Η British Airways τον απέλυσε αμέσως και χρειάστηκαν 10 χρόνια δικαστικών αγώνων για να απαλλαγεί από κάθε κατηγορία. Όμως, ο Θέιν είχε εγκαταλείψει τους ουρανούς και ασχολείτο με κάτι πιο γήινο, την εκτροφή πουλερικών.
Από μπέμπηδες... Κόκκινοι Διάβολοι
Το μέλλον της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μετά το δυστύχημα φάνταζε δυσοίωνο, χωρίς 10 πρωτοκλασάτους ποδοσφαιριστές της (εκτός από τους 8 νεκρούς, 2 ακόμη αποσύρθηκαν από την ενεργό δράση λόγω των σοβαρών τραυμάτων τους) και με τον Ματ Μπάσμπι στο νοσοκομείο βαριά τραυματισμένο. Όμως, οι εναπομείναντες παίκτες, μαζί με αρκετούς εφήβους, έδειξαν χαρακτήρα και κατόρθωσαν να φθάσουν ως τον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας, όπου έχασαν με 2-0 από την Μπόλτον.
Ο προπονητής της ομάδας Ματ Μπάσμπι, που εν τω μεταξύ είχε αναρρώσει από τα σοβαρά τραύματά του, ξεκίνησε την επόμενη αγωνιστική περίοδο (1958-1959) τη δημιουργία μιας νέας γενιάς μπέμπηδων. Το 1967 η ομάδα αυτή, με επικεφαλής τους διασωθέντες από το δυστύχημα Μπόμπι Τσάρλτον και Μπιλ Φόουκς, αλλά και τον νεαρό Τζορτζ Μπεστ, κατέκτησε το πρώτο Κύπελλο Πρωταθλητριών για την Αγγλία, συντρίβοντας την Μπενφίκα με 4-1. Η «Αεροπορική Τραγωδία του Μονάχου», όπως έμεινε στην Ιστορία, βοήθησε να καλλιεργηθεί ο μύθος της ομάδας και σήμερα η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είναι μία από τις πιο δημοφιλείς ποδοσφαιρικές ομάδες του πλανήτη.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.