Μενού
muhhammad_ali
Μοχάμεντ Άλι | YouTube
  • Α-
  • Α+

Κάσιους Μαρσέλους Κλέι. Μοχάμεντ Άλι. Ίδιο πρόσωπο. Άλλος άνθρωπος. Άλλαξε το όνομά του. Άλλαξε τη θρησκεία του. Αρνήθηκε να πάει να πολεμήσει σε έναν άδικο πόλεμο. Έπιασε τη λευκή Αμερική από το λαιμό, γύρισε το πρόσωπό της στον καθρέπτη και της έδειξε τι υπάρχει κάτω από τη μάσκα που φορά: Ρατσισμός, φτώχεια, εξαθλίωση, καταπίεση. Ο Μοχάμεντ Άλι έριχνε καταπληκτικές μπουνιές στο ρινγκ. Έξω από αυτό, όμως, έριξε τις καλύτερες. Το είχε πει, άλλωστε, και ο ίδιος. «Κερδίζεις ή χάνεις τον αγώνα πολύ μακριά από τους θεατές, πολύ έξω από το ρινγκ. Στο γυμναστήριο και στο δρόμο. Για χρόνια είχα φάει τη ζωή μου εκεί πέρα».

«Αν ονειρεύτηκες ποτέ ότι με νίκησες. Τότε ξύπνα και ζήτα μου συγγνώμη»

Ας αρχίσουμε με τον Κάσιους Μαρσέλους Κλέι αν και ήταν ένα όνομα που ο Μοχάμεντ Άλι σιχαινόταν και είχε τους λόγους του. Ο Κάσιους Κλέι, λοιπόν, γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου του 1942 στο Κεντάκι των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι πρόγονοί του ήταν σκλάβοι στη φυτεία ενός πολιτικού στο Κεντάκι. Ο πατέρας του Κάσιους ήταν ένας ζωγράφος πινακίδων. Δεν είχε ταλέντο στη ζωγραφική, είχε, όμως, ταλέντο στο να πίνει. Η μητέρα του ήταν εσωτερική παραδουλεύτρα σε σπίτι λευκών.

Ο Κάσιους έμαθε από μικρός τη διαφορά που υπήρχε ανάμεσα σε λευκούς και μαύρους στο Κεντάκι. Ήταν περίπου 8 χρονών όταν έπαιζε στις γραμμές του τρένου. Ξαφνικά ένας λευκός άνδρας, χωρίς να έχει προηγηθεί το παραμικρό, επιτέθηκε στην παρέα του Κάσιους. Τα υπόλοιπα παιδιά πρόλαβαν να φύγουν. Όχι, όμως, και αυτός. Ο λευκός άνδρας, τον ξυλοφόρτωσε και τον έσερνε για ώρα πάνω στις γραμμές φωνάζοντας: «σκάσε μικρέ νέγρε».

Κανείς δεν ξέρει τι θα είχε απογίνει ο Κάσιους Κλέι αν σε ηλικία 12 ετών δεν πήγαινε με τους φίλους του μια βόλτα σε ένα τοπικό πανηγύρι στο Λούισβιλ. Είχαν πάει εκεί με τα ποδήλατά τους. Αφού διασκέδασαν με την ψυχή τους, αποφάσισαν πως είχε έρθει η ώρα να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Τότε ο Κάσιους διαπίστωσε πως κάποιος του είχε κλέψει το ποδήλατο. Φανερά θυμωμένος πήγε σε έναν λευκό αστυνομικό να καταγγείλει την κλοπή. Όταν τελείωσε ο αστυνομικός του είπε να πάνε μαζί να βρουν τον κλέφτη και ο Κλέι του απάντησε: «Ναι. Να πάμε. Να τον βρούμε και θα του σπάσω τα μούτρα με μπουνιές»! Τότε ο αστυνομικός σταμάτησε και του είπε: «Νομίζω πως είναι προτιμότερο να μάθεις μποξ πριν αρχίσεις να ρίχνεις μπουνιές σε ανθρώπους».

Αυτό ήταν! Ο Τζο Μάρτιν, ο λευκός αστυνομικός που ήταν και προπονητής του μποξ και κυνηγός ταλέντων, του είχε ανοίξει έναν ολόκληρο κόσμο μπροστά του. Την επόμενη μέρα κιόλας, οι δυο τους, άρχισαν τις προπονήσεις. «Σιχαινόμουν κάθε λεπτό της προπόνησης, όμως έλεγα στον εαυτό μου ταλαιπωρήσου τώρα και θα ζήσεις μια ζωή ως πρωταθλητής», θα πει αργότερα ο Κάσιους.

Η πρόοδος του Κάσιους Κλέι ήταν τέτοια που το 1960 επελέγη να εκπροσωπήσει τις ΗΠΑ στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης στην κατηγορία των ημιβαρέων βαρών (75-81 κιλά). Εκεί κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο χωρίς να... ιδρώσει.

Από εκείνο το σημείο και έπειτα η μία επιτυχία διαδεχόταν την άλλη. Στις 25 Φεβρουαρίου 1964, αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών στην επαγγελματική πυγμαχία. Για να κατακτήσει την πολυπόθητη ζώνη του πρωταθλητή, χρειάστηκε να βγάλει νοκ-άουτ στον έβδομο γύρο τον Σόνι Λίστον. Τον παγκόσμιο πρωταθλητή, Σόνι Λίστον! «Είναι απλά μια δουλειά; Το γρασίδι μεγαλώνει, τα πουλιά πετάνε, τα κύματα βρέχουν την άμμο. Εγώ τσακίζω τους άλλους στο ξύλο», έλεγε ο νέος πρωταθλητής.

Η κατάκτηση του τίτλου είναι μια κομβική στιγμή. Είναι η στιγμή που ένιωθε πως ήταν αρκετά δυνατός, ώστε, να τραβήξει μια δυνατή μπουνιά στα λιμνάζοντα ύδατα και να προκαλέσει τσουνάμι. Μόλις έξι ημέρες μετά την κατάκτηση του τίτλου, ανακοινώνει πως ασπάζεται το Ισλάμ και αλλάζει το όνομά του. Από εδώ και στο εξής θα ονομάζεται Μοχάμεντ Άλι. «Το Κάσιους Κλέι είναι το όνομα ενός σκλάβου. Δεν το διάλεξα και δεν το ήθελα. Είμαι ο Μοχάμεντ Άλι, σημαίνει ο αγαπημένος του Θεού. Και επιμένω ότι έτσι θα πρέπει να με αποκαλούν όταν μιλούν σε εμένα και για μένα» είπε μετά τις πρώτες αντιδράσεις που προκάλεσε η απόφασή του αυτή.

«Είμαι ο κορυφαίος όλων. Το είχα δηλώσει προτού καν αντιληφθώ ότι πράγματι είμαι»

Η ιδέα της γέννησης του Μοχάμεντ Άλι του είχε «καρφωθεί» όταν είχε ακούσει τον ηγέτη του Έθνους του Ισλάμ, Ελάιτζα Μοχάμεντ, να μιλάει σε μια ανοιχτή συγκέντρωση στο πλαίσιο ενός τουρνουά πυγμαχίας. Η ιδέα του επαναστάτη μεγάλωνε μέσα του τόσο γρήγορα όσο και οι πυγμαχικές του ικανότητες.

O Ελάιτζα Μοχάμεντ ήταν αυτός που στις 6 Μαρτίου του 1964 του πρότεινε να αλλάξει το όνομα του σε Μοχάμεντ Άλι. Και εκείνος το έκανε και στη συνέχεια δήλωσε πως ήταν μια κίνηση που τον απελευθέρωσε από την ταυτότητα που έδωσαν στην οικογένειά του τα αφεντικά της.

«Έχω κερδίσει ένα χρυσό μετάλλιο εκπροσωπώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες στους Ολυμπιακούς Αγώνες, και όταν ήρθα σπίτι στο Λούισβιλ, συνέχισαν να με αντιμετωπίζουν ως νέγρο. Υπήρχαν μερικά εστιατόρια στα οποία δεν με σέρβιραν» είχε πει και κήρυξε έναν ανένδοτο αγώνα ενάντια στον ρατσισμό, στις διακρίσεις και την καταπίεση.

Και έπειτα ήρθε η γνωριμία με τον Μάλκολμ Χ ο οποίος έλεγε για τον Μοχάμεντ Άλι πως είναι «ο άνθρωπος που θα σημαίνει περισσότερα για τον λαό του από κάθε αθλητή πριν απ’ αυτόν». Οι δυο τους είχαν μια έντονη σχέση, σχεδόν αδερφική, μέχρι που τον Φεβρουάριο του 1965 ο Μάλκολμ Χ δολοφονήθηκε στο Χάρλεμ.

Όσο περνούσε ο καιρός τόσο πιο αιχμηρός γινόταν ο λόγος του Μοχάμεντ Άλι και τόσο περισσότερο έμπαινε στο «μάτι» του κατεστημένου. Εκείνος, όμως, δεν έδειχνε την παραμικρή διάθεση να ρίχνει «καταστροφικές» μπουνιές τόσο εντός όσο και εκτός του ρινγκ. «Είμαι η Αμερική. Είμαι το κομμάτι της Αμερικής που δεν αναγνωρίζετε. Όμως θα με συνηθίσετε. Μαύρος, γεμάτος αυτοπεποίθηση και καβαλημένος. Με το δικό μου όνομα, όχι το δικό σας. Με τη δική μου θρησκεία, όχι τη δική σας. Με τους δικούς στόχους, μόνο για πάρτη μου. Συνηθίστε με» έλεγε.

Στις 6 Φεβρουαρίου 1967 νίκησε στα σημεία τον Έρνι Τερέλ, πρωταθλη­τή της Παγκόσμιας Πυγμαχικής Ομοσπονδίας (World Bo­xing Association), στον 15ο γύρο στο Χιούστον του Τέξας και αναδείχθηκε ως ο αδιαφιλονίκητος παγκόσμιος πρωταθλητής.

«Το αδύνατο είναι μια λέξη που φτύνουν οι μικροί άνθρωποι, αυτοί που βρίσκουν πιο εύκολο να ζουν στον κόσμο που τους έχει δοθεί αντί να ανακαλύψουν τη δύναμη που διαθέτουν προκειμένου να τον αλλάξουν. Το αδύνατο δεν είναι ένας γεγονός, είναι μια γνώμη. Το αδύνατο είναι μία πιθανότητα. Το αδύνατο είναι παροδικό. Το αδύνατο είναι ένα τίποτα» έλεγε ο παγκόσμιος Μοχάμεντ Άλι.

Περίπου δυο μήνες αργότερα, ωστόσο, θα αρχίσουν τα μεγάλα προβλήματα. Το 1964 συμμετείχε στη στρατιωτική εξέταση προσόντων. Η βαθμολογία του ως προς τη διανοητική ικανότητά του ήταν κάτω από το ελάχιστο όριο που είχε θέσει ο στρατός των ΗΠΑ.  Όσο ο πόλεμος στο Βιετνάμ, ωστόσο, όδευε προς μια μεγαλειώδη ήττα των Αμερικανών, ο στρατό έριξε τα όρια κατάταξης και έτσι ο Μοχάμεντ Άλι βρέθηκε ξαφνικά μέσα σε αυτούς που ήταν υπό κατάταξη.

Όταν του ήρθε η κλήση, εκείνος έκανε αίτηση για αναβολή το οποίο, ωστόσο, απορρίφθηκε. «Εγώ δεν έχω να χωρίσω τίποτα με τους Βιετκόνγκ. Δεν μπορώ να συμμετέχω σε κάτι όπου θα βοηθάω στη δολοφονία σκουρόχρωμων Ασιατών οι οποίοι δεν με λύντσαραν ποτέ, δεν μου στέρησαν την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και την ισότητα, και ούτε δολοφόνησαν τους ηγέτες μου», είπε σε μια εποχή που δεν υπήρχε καν το διαβόητο φοιτητικό αντιπολεμικό κίνημα. Οι δημοσιογράφοι καθημερινά τον «σταύρωναν», οι πολιτικοί τον απαξίωναν, οι διοργανωτές αγώνων μποξ ακύρωναν τους αγώνες του.

Τελικά, του αφαιρέθηκαν οι τίτλοι του αλλά και η άδεια πυγμαχίας. Στα 25 του χρόνια ο Μοχάμεντ Άλι είχε προλάβει να κάνει τα πάντα. Από το μηδέν να φτάσει στην κορυφή και από εκεί πάλι στο μηδέν. Τον Ιούνιο του 1967 καταδικάστηκε σε φυλάκιση πέντε χρόνων για ανυποταξία αλλά τελικά, μέσω των εφέσεων, δεν μπήκε στη φυλακή.

Το κλίμα άρχισε να αλλάζει από το 1970. Τότε επέστρεψε ξανά στα ρινγκ, ενώ την επόμενη χρονιά το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ με ψήφους 8-0 διέγραψε την καταδίκη του Μοχάμεντ Άλι και έκρινε πως θα έπρεπε να αναγνωριστεί ως αντιρρησίας συνείδησης.

Από τότε μέχρι και την ημέρα που κρέμασε τα γάντια του (26 Ιουνίου 1979) ο Μοχάμεντ έδωσε μερικούς από τους επικότερους αγώνες στην Ιστορία της πυγμαχίας («Fight of the Century», «Super Fight II», «Rumble in the Jungle», «Thrilla in Manilla»  και άλλους) με σπουδαίους αντιπάλους όπως οι Τζο Φρέιζερ, Τζορτζ Φόρμαν και Λίον Σπινκς.

Στην επαγγελματική του καριέρα πυγμάχησε 61 φορές, με 56 νίκες στο ενεργητικό του (37 από τις οποίες με νοκ-άουτ) και 5 ήττες στο παθητικό του. Ήταν ο μόνος πυγμάχος βαρέων βαρών που είχε κερδίσει τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή τρεις φορές. Διαγνώστηκε με το σύνδρομο Πάρκινσον το 1984 αλλά ποτέ δε σταμάτησε να παλεύει για τα ανθρώπινα δικαιώματα και να μάχεται για τους φτωχοδιάβολους και τους αποκλεισμένους. Το 1996 ολόκληρος ο πλανήτης παρακολουθούσε συγκινημένος το τρεμάμενο χέρι του Μοχάμεντ Άλι να ανάβει την Ολυμπιακή φλόγα στην Ατλάντα.

Ο GOAT της πυγμαχίας άφησε την τελευταία του πνοή, μια ημέρα σαν σήμερα, στις 3 Ιουνίου 2016 στην Αριζόνα. Ήταν 74 ετών. 

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.