Πιθανότατα είναι η ωραιότερη και ταυτόχρονα πιο θλιβερή ιστορία με πρωταγωνιστή ένα σκύλο. Αν και ο Χάτσικο ήταν κάτι παραπάνω από ένας σκύλος. Ήταν (και είναι) η προσωποποίηση της πίστης, της αφοσίωσης, της ανιδιοτελούς αγάπης. Ένας σκύλος που έγινε σύμβολο και απέκτησε το δικό του άγαλμα. Οι άνθρωποι τον τίμησαν. Για τους γονείς ήταν το παράδειγμα που έπρεπε να δώσουν στα παιδιά τους. Η ιστορία του έγινε βιβλίο, ταινία ακόμα και μάθημα σε σχολεία στην Ιαπωνία. Για τους ανθρώπους ο Χάτσικο ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Το εξαιρετικό. Ο Χάτσικο, ωστόσο, δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να αγαπάει τον άνθρωπο που τον φρόντιζε.
Ο πιστός «όγδοος ευοίωνος πρίγκιπας»
Μια ημέρα σαν σήμερα, στις 10 Νοεμβρίου 1923, σε μια φάρμα στο Οντάτε της Ιαπωνίας γεννιέται ένας σκύλος ράτσας Ακίτα Ίνου. Την ίδια εποχή, ο Χιντεσάμπουρο Ουένο, καθηγητής γεωργίας στο πανεπιστήμιο του Τόκιο, βιώνει μια δύσκολη περίοδο στα προσωπικά του. Πηγαίνει στο πανεπιστήμιο εμφανώς στεναχωρημένος και με κακή διάθεση. Οι φοιτητές του, που τον αγαπούν πολύ και τον νοιάζονται, τον παροτρύνουν να υιοθετήσει ένα σκυλί. Ο ίδιος στην αρχή αρνείται αλλά οι φοιτητές δεν εγκαταλείπουν το «ψηστήρι».
Τελικά, ο καθηγητής ενδίδει στις... ασφυκτικές πιέσεις των μαθητών του και αποφασίζει να ξεκινήσει να ψάχνει τον ιδανικό τετράποδο φίλο του. Μέσω κάποιων γνωστών ο Χιντεσάμπουρο Ουένο καταλήγει σε εκείνη τη φάρμα στο Οντάτε. Λίγη ώρα αργότερα φεύγει από εκεί έχοντας στην αγκαλιά του ένα λευκό κουτάβι Ακίτα, το οποίο τότε ήταν δυο μηνών.
Ανάμεσα στον καθηγητή και τον σκύλο σύντομα αναπτύσσεται μια μοναδική σχέση αγάπης. Οι δυο τους έγιναν ένα. «Κολλητοί». Ο Χιντεσάμπουρο Ουένο ονόμασε τον σκύλο Χάτσικο, που στα ιαπωνικά σημαίνει ο «όγδοος ευοίωνος πρίγκιπας». Όπου πήγαινε ο ένας, πήγαινε και ο άλλος. Μόνο όταν ο καθηγητής έφευγε για να πάει στο πανεπιστήμιο, ο Χάτσικο έμενε μόνος του αλλά ακόμα και τότε περίμενε πώς και πώς να γυρίσει ο φίλος του στο σπίτι.
Κάθε πρωί ο καθηγητής και ο Χάτσικο πήγαιναν μαζί μέχρι τον σιδηροδρομικό σταθμό της Σιμπούγια, αποχαιρετούσε ο ένας τον άλλο, ο Χιντεσάμπουρο Ουένο έμπαινε στο τρένο για να πάει στο Τόκιο και ο σκύλος μόνος του επέστρεφε στο σπίτι. Το απόγευμα ο Χάτσικο ξεκινούσε μόνος του από το σπίτι και πήγαινε στον σιδηροδρομικό σταθμό για να περιμένει τον καθηγητή και μαζί να επιστρέψουν ξανά στο σπίτι. Κάθε μα κάθε μέρα.
Ο Χάτσικο έγινε φίλος με όλους όσοι βρίσκονταν καθημερινά εκεί. Είτε επειδή έμεναν ή δούλευαν εκεί είτε επειδή έπρεπε να πηγαίνουν για να παίρνουν το τρένο. Φιλικός με όλους αλλά πάντα με το βλέμμα του καρφωμένο στην έξοδο του σταθμού. Εκεί απ΄ όπου θα έβλεπε τον καθηγητή να βγαίνει.
Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβανόταν καθημερινά για πολλά χρόνια. Μέχρι που ένα απόγευμα του Μαΐου του 1925, ο καθηγητής δεν ήταν «συνεπής» στο καθιερωμένο ραντεβού τους για την επιστροφή. Ο Χάτσικο παρέμεινε στη θέση του παρά το γεγονός ότι η ώρα είχε περάσει. Δεν το κούνησε από εκεί ολόκληρη τη νύχτα. Το ξημέρωμα βρήκε τον Χάτσικο να περιμένει τον Χιντεσάμπουρο.
Όταν οι περίοικοι είδαν εκεί τον σκύλο κατάλαβαν πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Τα άσχημα νέα δεν άργησαν να φτάσουν. Ο καθηγητής δε θα επέστρεφε ποτέ. Το προηγούμενο απόγευμα, κατά τη διάρκεια μιας διάλεξης, άφησε την τελευταία του πνοή μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας του πανεπιστημίου από εγκεφαλική αιμορραγία.
Το θλιβερό τέλος του Χάτσικο
Σύμφωνα με κάποιες αναφορές, ο Χάτσικο τις πρώτες ημέρες έφευγε από τον σταθμό, πήγαινε μέχρι το σπίτι του καθηγητή, έβλεπε πως ο φίλος του δεν ήταν εκεί και μετά γρήγορα – γρήγορα επέστρεφε ξανά στον σταθμό και τον περίμενε στο συνηθισμένο σημείο. Ο σκύλος έκανε πολλές φορές το συγκεκριμένο δρομολόγιο με την ελπίδα πως ο καθηγητής θα επέστρεφε. Αυτό, όμως, δεν έγινε ποτέ. Προφανώς, ο Χάτσικο το κατάλαβε και δεν έφυγε ποτέ ξανά από τον σταθμό. Έμεινε εκεί για να περιμένει τον Χιντεσάμπουρο Ουένο. Το άλλοτε χαρούμενο και καθαρό σκυλί, είχε μετατραπεί σε ένα θλιμμένο ζωάκι που με λερωμένο το τρίχωμά του περίμενε τον φίλο του δίχως να κουνιέται από τη θέση του.
Κάποια στιγμή οι περίοικοι σκέφτηκαν να δώσουν τον Χάτσικο για υιοθεσία. Τον πήρε μια οικογένεια που τον φρόντιζε αλλά ο σκύλος κάθε απόγευμα έβρισκε τρόπο και έφευγε από το σπίτι, πήγαινε στον σταθμό και έμενε εκεί περιμένοντας τον καθηγητή. Στο τέλος εγκαταλείφθηκαν οι προσπάθειες υιοθεσίας και απλά όλοι φρόντιζαν έτσι ώστε ο Χάτσικο να έχει καθαρό νερό και φαγητό. Το 1928, ο νέος υπεύθυνος του σταθμού συμπάθησε το σκύλο και του έφτιαξε ακόμη και χώρο σε μια από τις αποθήκες του σταθμού, ώστε να έχει ένα μέρος να κοιμάται.
Έτσι ο Χάτσικο μετέτρεψε σε σπίτι του τον σταθμό. Όλη μέρα περιφερόταν γύρω – γύρω, έμπαινε μέσα στον σταθμό, ξεκουραζόταν στο σπιτάκι του αλλά κάθε μέρα, την ίδια ώρα, πήγαινε στην πύλη εξόδου του σταθμού, στεκόταν για λίγη ώρα και όταν καταλάβαινε πως πάλι ο καθηγητής δε θα έρθει, έφευγε και πήγαινε να ξεκουραστεί.
Λίγους μήνες μετά τον θάνατο του Χιντεσάμπουρο Ουένο, ένας μαθητής του, αναγνώρισε τον μεγαλόσωμο σκύλο. Γεμάτος απορία ρώτησε τους περίοικους για το τι ακριβώς συμβαίνει. Όταν ενημερώθηκε συγκινήθηκε και άρχισε μια πανεπιστημιακού επιπέδου έρευνα για τα σκυλιά Ακίτα, τη μεγαλύτερη από τις επτά ιαπωνικές ράτσες τύπου Spitz, η οποία, τότε, αριθμούσε μόνο τριάντα καθαρόαιμα σκυλιά. Έγραψε πολλά άρθρα σε εφημερίδες και έκανε γνωστή την ιστορία του πιστού Χάτσικο. Η υπόθεση συγκίνησε ολόκληρη την Ιαπωνία και καθημερινά εκατοντάδες άνθρωποι πήγαιναν για να δουν με τα μάτια τους το σκυλί. Ο Χάτσικο είχε γίνει, πλέον, διάσημος αλλά μέχρι και την τελευταία ημέρα δεν άλλαξε το πρόγραμμά του. Έκανε βόλτες στον σταθμό και την κατάλληλη ώρα πήγαινε στην πύλη εξόδου του σταθμό και περίμενε τον καθηγητή. Στις 8 Μαρτίου 1935, περαστικοί βρήκαν τον Χάτσικο πεθαμένο σε ένα δρομάκι κοντά στον σταθμό της Σιμπούγια.
Σήμερα το σώμα του Χάτσικο βρίσκεται βαλσαμωμένο στο Μουσείο Φυσικών επιστημών στο Τόκιο. Στο σημείο που περίμενε τον καθηγητή στήθηκε προς τιμήν του ένα μπρούτζινο άγαλμα. Το άγαλμα αυτό καταστράφηκε κατά τη διάρκεια ενός συμμαχικού βομβαρδισμού στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά ξαναστήθηκε εκεί το 1948. Η είσοδος του σταθμού που βρίσκεται κοντά στο άγαλμα, ονομάζεται «Hachikō-guchi», που σημαίνει «Έξοδος του Χάτσικο». Ένα παρόμοιο άγαλμα υπάρχει και στη γενέτειρα του Χατσίκο, την Οντάτε και εκεί μπροστά στον σταθμό των τρένων. Το 2004 φτιάχτηκε και ένα τρίτο άγαλμα και τοποθετήθηκε μπροστά από Μουσείο Σκύλων Ακίτα στην Οντάτε.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.